Έχοντας διανύσει μια εντατική εκλογική περίοδο, αξίζει να αναφερθούμε σε μια παράμετρο των εκλογών που σχολιάστηκε ποικιλοτρόπως στα κοινωνικά δίκτυα, συνήθως μάλιστα με αρνητική χροιά. Αναφέρομαι στο ζήτημα του ρόλου της πολιτικής επικοινωνίας* και των εκλογικών καμπανιών.
Ειδικότερα, είδαμε ότι κατά πολλούς σχολιαστές οι «επικοινωνιολόγοι» παρουσιάζονταν σαν δαιμόνιες προσωπικότητες οι οποίες συχνά είχαν ως αποκλειστικό σκοπό την παραπλάνηση ή και την εξαπάτηση των ψηφοφόρων, κάποιοι δε υποψήφιοι τόνιζαν το γεγονός ότι «Δεν είχαν και δεν χρειάζονταν επικοινωνιολόγο» θέλοντας προφανώς να αναδείξουν την «αυθεντικότητα» τους.
Έχει ενδιαφέρον πόσο αμφιλεγόμενη φήμη και εικόνα έχει τελικά ένα επάγγελμα το οποίο θεωρητικά λειτουργεί για την ορθή διαχείριση της φήμης και της εικόνας. Με το άρθρο αυτό θα επιχειρήσουμε να δούμε με ένα διαφορετικό πρίσμα τη σχέση επικοινωνίας πολιτικής και εν τέλει ίσως πετύχει να αναδείξει ότι ουσιαστικά η επικοινωνία αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της πολιτικής.
Θα πρέπει να ξεκινήσουμε ίσως ξεκαθαρίζοντας ότι όπως υπάρχουν καλοί και κακοί επαγγελματίες σε διαφόρους κλάδους σίγουρα υπάρχουν ανάλογα καλοί και κακοί επαγγελματίες στον κλάδο της επικοινωνίας. Επίσης θα πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι υπάρχουν πράγματι, ορισμένοι άνθρωποι που έχουν αναντίρρητα φυσική χαρισματικότητα και ικανότητα να επικοινωνούν αποτελεσματικά τις απόψεις τους, χωρίς να χρειάζονται σημαντική υποστήριξη (αν και πάντα υπάρχουν κάποια όρια).
Από εκεί και πέρα όμως, η πραγματικότητα είναι ότι σχεδόν πάντα η πολιτική συνδυάζονταν με κάποια μορφή «επαγγελματικής» επικοινωνίας. Τολμώ να πω μάλιστα ότι η πολιτική επικοινωνία είναι η πρώτη μορφή επικοινωνίας που λειτουργούσε με κάποιους κανόνες και με μια πρώιμη επιστημονική μεθοδολογία. Η ρητορική, υπήρξε ίσως η πρώτη μεθοδευμένη οργάνωση του λόγου, με τέτοιον τρόπο, ώστε να «πείσει» για κάτι, ένα κοινό.
Αρκετοί θα γνωρίζουν το ρητορικό τρίγωνο του Αριστοτέλη, το Πάθος, το Ήθος και ο Λόγος. Ο Λόγος θα μπορούσαμε να πούμε ότι είναι η ποιότητα και το περιεχόμενο του πολιτικού λόγου, η επιχειρηματολογία, το Πάθος είναι η προσπάθεια παρακίνησης του συναισθήματος στο ακροατήριο και ήθος η ανάδειξη της ηθικής ακεραιότητας του ρήτορα.
Τα ανωτέρω, δηλαδή το να τεκμηριώνεις τον πολιτικό σου λόγο (με επιχειρηματολογία, στατιστικά, αποδείξεις κλπ), το να δημιουργείς συναισθηματικούς δεσμούς με το κοινό και να λειτουργείς ηθικά, αποτελούν κομβικά σημεία ακόμα και της σύγχρονης πολιτικής επικοινωνίας.
Ακόμα και σε προσωπικό επίπεδο η βελτίωση των προσωπικών ικανοτήτων ενός πολιτικού προσώπου με τη βοήθεια επαγγελματιών στη πραγματικότητα δεν έχει τίποτα το ντροπιαστικό. Να το θέσουμε αλλιώς, συχνά αυτοί που θεωρούμε ότι έχουν χαρισματικότητα, απλά έχουν βοηθηθεί από πολύ καλούς επαγγελματίες. Ιστορικά πρόσωπα δούλεψαν πολύ σκληρά προκειμένου να είναι σε θέση να βελτιώσουν τις προσωπικές επικοινωνιακές ικανότητες όπως για παράδειγμα ο ρήτορας Δημοσθένης είχε ζητήσει τη βοήθεια του ηθοποιού Ανδρόνικου προκειμένου να είναι σε θέση να απαγγέλει καλύτερα . Αλλά και στη σύγχρονη εποχή, ποιος μπορεί να παραβλέψει το ρόλο των εξαιρετικών καμπανιών του Ομπάμα, στην εκλογή του;
Αλλά ας μιλήσουμε πρακτικά, γιατί είναι κακό όταν έχεις να μεταφέρεις ένα μήνυμα, το να επιδιώξεις να το μεταφέρεις με τον καλύτερο δυνατό τρόπο; Ο φόβος που έχουν κάποιοι που ασχολούνται με την πολιτική, ότι η επικοινωνία αλλοιώνει το περιεχόμενο της είναι αβάσιμος. Η επικοινωνία επιδιώκει να πείσει, να ενημερώσει και να διαδώσει, αυτό που πραγματικά πιστεύεις. Αν η πολιτική επικοινωνία ψεύδεται, αυτό συμβαίνει γιατί ψεύδεται ο πολιτικός που την αξιοποιεί και αυτό δεν είναι ευθύνη της επικοινωνίας. Όμως το να «μεταφέρεις» το μήνυμα με κατανοητό τρόπο σε περισσότερα κοινά, δεν είναι αλλοίωση της πολιτικής, τουναντίον συνδράμει στην ενίσχυση της κινητοποίησης των πολιτών και στην ενεργή τους συμμετοχή στις δημοκρατικές διαδικασίες.
Δεν υπάρχει ωστόσο αμφιβολία ότι υπάρχουν ορισμένες «γκρίζες» τακτικές, όπως το astroturfing , και οι «black hut» ενέργειες κλπ δεν ανήκουν εντός του πλαισίου της ηθικής επικοινωνίας και κάποιοι όντως τις προτείνουν ή και τις αξιοποιούν, ωστόσο και αυτό στην ουσία του είναι στοιχείο της πολιτικής ηθικής του προσώπου ή του φορέα που τις επιστρατεύει.
Η μόνη ίσως πιο εύστοχη κριτική, είναι ότι αυτοί που διαθέτουν περισσότερους πόρους διαθέτουν πλεονέκτημα στην επικοινωνία, καθώς μπορούν να προσλάβουν καλύτερους επαγγελματίες και να χρηματοδοτήσουν μεγαλύτερης εμβέλειας καμπάνιες. Εδώ δεν μπορούμε να αρνηθούμε κάτι. Πράγματι αυτός που έχει περισσότερους πόρους πλεονεκτεί (αυτό πάντως δεν ισχύει μόνο στη πολιτική). Ωστόσο οι πιο «αδύναμοι» παίκτες μόνο να ωφεληθούν μπορούν από την επιστράτευση πιο επαγγελματικών προσεγγίσεων στην επικοινωνία. Άλλωστε στην εποχή των κοινωνικών δικτύων η σπουδαιότητα του προϋπολογισμού σχετικοποιείται έναντι του περιεχομένου.
Τέλος θα πρέπει να λάβουμε υπόψη ότι κομβικό ρόλο στην επαγγελματική επικοινωνία κατέχει η έρευνα, δηλαδή το να «ακούς» τον πολίτη. Δεν μπορώ να σκεφτώ προσωπικά πιο «πολιτική» ενέργεια από το να αφουγκράζεσαι τις αγωνίες και τις επιθυμίες αυτών που επιδιώκεις να κερδίσεις την ψήφο τους.
Αντί επιλόγου θα συμπληρώσω με το εξής. Η δημοκρατία προϋποθέτει πειθώ και η πειθώ προϋποθέτει συνεχή επικοινωνία μεταξύ πολιτικών προσώπων και ψηφοφόρων. Ακόμα και αν κάποιες φορές η πολιτική επικοινωνία αποτυγχάνει, ή το παρακάνει, στην ουσία της είναι μια λειτουργία της δημοκρατικής διαδικασίας και ως τέτοια, ίσως θα ήταν καλύτερα να τη βλέπαμε με λιγότερο σκεπτικισμό ή αρνητισμό (πάντα κριτικά βέβαια).
* στο πλαίσιο του άρθρου εστιάζουμε στη προεκλογική λειτουργία της πολιτικής επικοινωνίας — στις καμπάνιες. Φυσικά η πολιτική επικοινωνία αφορά πολύ ευρύτερες λειτουργίες και κοινωνικούς παράγοντες και δεν περιορίζεται μόνο στις προεκλογικές περιόδους.