Την περασμένη Κυριακή διανεμήθηκε με κυριακάτικη εφημερίδα μία συνεκτική και ολοκληρωμένη πρόταση ενός νέου Συντάγματος μετά από πρωτοβουλία του Στ. Μάνου και με συμμετοχή του Ν. Αλιβιζάτου και μίας ομάδας έγκριτων συμπολιτών μας. Την επόμενη μέρα η Κυβέρνηση έκανε γνωστή την πρόθεση της να συγκροτήσει επιτροπή αναθεώρησης του Συντάγματος, η οποία θα καταθέσει τις προτάσεις της στις 24 Ιουλίου. Σε ένα άλλο φόρουμ, την ίδια ημέρα με την κυβερνητική ανακοίνωση και απο το βήμα της εκδήλωσης ΜΑΖΙ για προοδευτικές μεταρρυθμίσεις της Επιτροπής διαλόγου για την ενότητα της κεντροαριστεράς, τρείς συνταγματολόγοι επικέντρωσαν την προσοχή τους στις απαραίτητες θεσμικές μεταρρυθμίσεις με προεξάρχουσα τη συνταγματική μεταρρύθμιση.
Είναι φανερό ότι έστω και με αυτόν τον ανορθόδοξο τρόπο η συζήτηση για την αναθεώρηση του Συντάγματος έχει αρχίσει. Είναι προφανής η επιλογή του συμβολισμού της 24ης Ιουλίου εκ μέρους της Κυβέρνησης, καθώς συμπίπτει με την ημέρα αποκατάστασης της Δημοκρατίας. Μέχρι τότε θα έχει φροντίσει μέσω διαρροών να προετοιμάσει την κοινή γνώμη. Κυρίως είναι πασιφανές ότι η Κυβέρνηση προσπαθεί να ανακατώσει την τράπουλα και να αλλάξει την πολιτική ατζέντα η οποία στη σημερινή συγκυρία είναι δυσμενής για αυτήν.
Ωστόσο, δεν πρέπει να αφήσουμε την ευκαιρία να πάει χαμένη. Με ειλικρίνια να κάνουμε προτάσεις που θα αποτυπώνουν στο Σύνταγμά μας τη σημερινή κατάσταση της χώρας. Η Ελλάδα δεν είναι πιά η ίδια με αυτήν που ήταν πριν την κρίση. Δεν είναι καν η ίδια με αυτήν που ήταν τον Ιανουάριο του 2015. Έχει υποθηκεύσει το μέλλον των παιδιών, των εγγονιών και των δισέγγονών της που θα πληρώνουν τα σπασμένα για τα επόμενα 99 χρόνια. Είναι η στιγμή να φτιάξουμε το θεσμικό πλαίσιο που θα αποτρέψει τη διαιώνιση των παθογενειών που εξέθρεψε η Μεταπολίτευση και θα επιτρέψει τη θεμελίωση ενός σύγχρονου κράτους δικαίου, ενός κράτους που είναι μέλος της ΕΕ, με ελεύθερη οικονομία της αγοράς, κοινωνική δικαιοσύνη και κοινωνική αλληλεγγύη.
Είναι αυτονόητο ότι ένα σύγχρονο Σύνταγμα πρέπει να δημιουργεί το πλαίσιο μέσα στο οποίο θα διευκολύνεται η επίτευξη συναινέσεων για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις. Ωστόσο, στη μέχρι τώρα συζήτηση δεν γίνεται καμία απολύτως αναφορά στην ευρωπαϊκή διάσταση. Επιβεβαιώνεται μία πάγια στάση του πολιτικού συστήματος και των Ελλήνων νομικών να περιβάλουν με σιωπή ένα πολύ σημαντικό θέμα. Έγραφα σε ένα παλιότερο άρθρο μου: “Είναι αλήθεια περίεργο ότι η Ευρώπη δεν αναφέρεται σε κανένα άρθρο (του Συντάγματος), παρά δύο μόνο φορές και μάλιστα σε υποσημειώσεις ως ερμηνευτική δήλωση, μία στο άρ. 28 και μία στο αρ. 80. Στην πραγματικότητα, η Ευρώπη απουσιάζει από το ελληνικό Σύνταγμα. Καμία αναφορά δεν υπάρχει στη μεταβίβαση μέρους της εθνικής κυριαρχίας στην Ευρωπαϊκή Ενωση λόγω της συμμετοχής της χώρας στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση, στο ευρωπαϊκό κοινό νόμισμα, ως εάν αυτά να μην αφορούν τη συνταγματική μας ζωή, να συμβαίνουν ερήμην μας” (Καθημερινή, 3/7/2013). Ας μην βιαστούν κάποιοι να μιλήσουν για “ευρωραγιαδισμό”. Τα περισσότερα άλλα Συντάγματα βρίθουν αναφορών στα ευρωπαϊκά θέματα (πρβλ. το περιεκτικό άρθρο 88 του Γαλλικού Συντάγματος ή τις 17 αναφορές στην Ευρώπη του Γερμανικού Grundgesetz).
Καλό είναι να θυμόμαστε μερικά πράγματα για να μην επαναληφθεί το φιάσκο των διατάξεων περί βασικού μετόχου, που μας έφερε σε σύγκρουση με τα ευρωπαϊκά θεσμικά όργανα επειδή αντέβαινε στην ευρωπαϊκή νομοθεσία. Η ενεργός συμμετοχή μιάς χώρας στην ευρωπαϊκή ολοκλήρωση συνεπάγεται αλληλεξαρτήσεις και συνδέεται με μία σειρά από παραδοχές που θα πρέπει να έχουν τη θέση τους αυτοδικαίως μέσα στο Σύνταγμα. Όπως π.χ. η προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, η διακήρυξη της κοινωνικής οικονομίας της αγοράς ως θεμελίου της οικονομικής οργάνωσης της χώρας, η υπαγωγή της χώρας στην ευρωζώνη, η αρχή της επικουρικότητας και ο ρόλος της Βουλής στον έλεγχο της εφαρμογής της, η συμμετοχή των πολιτικών κομμάτων στα ευρωπαϊκά πολιτικά κόμματα και η συμβολή των τελευταίων στην εδραίωση της δημοκρατικής Ευρώπης, και η δικαιοδοσία του ευρωπαϊκού δικαστηρίου.
Η πρόκληση για το κυβερνητικό στρατόπεδο να χρησιμοποιήσει τεχνάσματα, όπως πχ η ευρεία προσφυγή σε δημοψηφίσματα για να καταγάγει μία πρόσκαιρη πολιτική νίκη, θα είναι μεγάλη. Όμως, μία συνταγματική αναθεώρηση βασίζεται μεν στην εμπειρία του χθές, αλλά πρέπει από την άλλη μεριά να εγγράφεται σε ιστορική προοπτική με βάθος τουλάχιστον δεκαετίας. Χωρίς λαϊκισμούς, ιδεοληψίες και συγκρουσιακή διάθεση. Να είναι κυρίως αποτέλεσμα ευρύτερων συναινέσεων και αποδεκτών συμβιβασμών.
Τονίζοντας την ευρωπαϊκή διάσταση του Συντάγματος, συνειδητοποιεί κανείς καλύτερα ότι δεν είμαστε μοναδικοί παίκτες στο παιχνίδι. Αμβλύνονται έτσι και σχετικοποιούνται οι διαφορές. Και περιοριζόμαστε στο χρήσιμο και το όντως αναγκαίο, αντί για τις μεγαλοστομίες που τελικά αναγνωρίζονται ως αυταπάτη ενώ στην πραγματικότητα δεν είναι παρά μία πολιτική απάτη.
Του Τάκη Αναστόπουλου
τ. Δ/ντή της ΕΕ,
Αντιπροέδρου του Δικτύου για τη Μεταρρύθμιση στην Ελλάδα και την Ευρώπη,
μέλους της Συντονιστικής Γραμματείας των Κινήσεων Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία
Δυστυχώς η Ελλάδα χαρακτηρίζεται ως από τις κατεξοχήν χώρες παίχτες της διακυβερνητικής μεθόδου ανάμεσα στις 18 της ευρωζώνης και τις 28 εταίρους της Ε.Ε.
Όλες οι προηγούμενες κυβερνήσεις υποβάθμισαν τον πολιτικό ρόλο της εθνικής αντιπροσωπίας στο Ευρωκοινοβούλιο, με 24 παρουσίες εντελώς απούσες στην ενδοχώρα και με περιορισμένες εξουσίες διαπραγμάτευσης με τις άλλες ευρωπαϊκές οικογένειες.
Με βάση αυτή την βιωματική μου εμπειρία, ΔΕΝ ελπίζω πως οι ηγεσίες των σημερινών κομμάτων, που εκπροσωπούν τις προηγούμενες αλλά κυρίως την παρούσα, μαρξίζουσα και αυταπατώμενη, ΔΕΝ μπορούν να αλλάξουν προοπτική και να τοποθετηθούν με θέσεις ομοσπονδιακής σύγκλισης.
Άλλωστε η δημοφιλία της Ε.Ε. στο ελληνικό εκλογικό σώμα που κάποτε βρισκόταν στα ύψη, έχει αντιστραφεί με αποτέλεσμα σήμερα το 80% περίπου των Ελλήνων ψηφοφόρων να αισθάνονται την Ευρώπη ως απειλή ενάντια στο Έθνος! Τόσο ώστε να αποκαλούνται οι εταίροι, “δανειστές” ξεδιάντροπα, χυδαία, φασιστικά.
Είμαι της άποψης πως πέρα των θεωρητικών συγκλίσεων κορυφής, ανάμεσα σε ηγετικά κλιμάκια στρατηγών, απαιτείται ενεργός συμμετοχή του στρατού της δημοκρατίας, η άποψη του ενεργού πολίτη, η παράλληλη άσκηση πίεσης από τα κάτω ώστε ο επικουρισμός των εξουσιών να βρίσκει τόπο κι επιχείρημα διαπραγμάτευσης.
Χωρίς σοβαρή πολιτική οργανωμένη πρόταση ισχύος, χωρίς στρατό με στρατευμένες μεταρρυθμιστικές μονάδες παντού στον κρατικό μηχανισμό, στα σωματεία, στην παραγωγή, καμιά μεταρρύθμιση από εμπνευσμένες ηγεσίες δεν θα υλοποιηθεί, με αποτέλεσμα τη συνεχή, διαχρονική απόκλιση του ελληνικού λαού και της πολιτείας του από τις ανοιχτές δημοκρατικές φιλελεύθερες κοινωνίες της Ευρώπης.