Δώδεκα χρόνια μετά την αποτυχημένη απόπειρα επίλυσης του Κυπριακού με το σχέδιο Ανάν, η χρονική στιγμή είναι ευνοϊκή για να επιχειρηθεί εκ νέου και με νέους πρωταγωνιστές η αλλαγή της κατάστασης που προέκυψε από την Τουρκική εισβολή του 1974. Έχουν αναπτερωθεί οι ελπίδες ότι θα τελειώσει το status quo του διχασμού που αργά ή γρήγορα θα φέρει και τη de jure διχοτόμηση.
Οι δύο κοινότητες έχουν ξαναβρεί το κουράγιο να σχεδιάσουν μαζί τη λύση που τους ταιριάζει περισσότερο. Ειδικά οι Ελληνοκύπριοι έπρεπε να ξεπεράσουν και την διαίρεση της χώρας τους, αλλά και τη διαίρεση που επήλθε μεταξύ αυτών που εναντιώθηκαν στο σχέδιο Ανάν και αυτών που το υποστήριξαν. Πρόσφατα, στις 6/10, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης ενημέρωσε τα μέλη του Εθνικού Συμβουλίου της Κύπρου για τις εξελίξεις. Η προοπτική ολοκλήρωσης των συνομιλιών είναι όλο και πιό κοντά και αυτό θα σημάνει, εφόσον υπάρξει λαϊκή έγκριση μέσω δημοψηφισμάτων, τη μετεξέλιξη της Κυπριακής Δημοκρατίας σε μία διζωνική-δικοινοτική Ομοσπονδία.
α) Η δημιουργία ενός θετικού μομέντουμ
Η εκλογή του Μουσταφά Ακιντζί στα κατεχόμενα στις 26 Απριλίου 2015 και η διακηρυγμένη θέση του να δράσει ως εκφραστής των συμφερόντων των Τουρκοκυπρίων και όχι της Τουρκίας δημιούργησε από την αρχή νέα δεδομένα στη διαδικασία επίλυσης του Κυπριακού. Μία νέα φάση των διαπραγματεύσεων άνοιξε ευθύς μετά τις Τουρκοκυπριακές εκλογές με μία πολύωρη συνάντηση στις 15 Μαΐου 2015 του Νίκου Αναστασιάδη και του Μουσταφά Ακιντζί, παρουσία του Ειδικού Συμβούλου του ΓΓ του ΟΗΕ για την Κύπρο Έσπεν Μπάρτ Έϊντε. Την ίδια ημέρα ο Ακιντζί ανακοίνωσε ότι οι Ελληνοκύπριοι μπορούν να περνούν πλέον στα κατεχόμενα μόνο με την επίδειξη πολιτικής ταυτότητας, χωρίς άλλες διατυπώσεις. Είναι μία απόφαση υψηλού συμβολισμού, διότι μέχρι τότε έπρεπε να υπογράφουν ένα έντυπο εισόδου που έφερε τα διακριτικά της Τουρκοκυπριακής διοίκησης, πράγμα που σήμαινε την έμμεση αναγνώρισή της. Ο κοινός περίπατος που πραγματοποίησαν ο Αναστασιάδης με τον Ακιντζί στις 23 Μαΐου 2015 μέσα από το οδόφραγμα της οδού Λήδρας στις δύο πλευρές της διαιρεμένης πόλης δημιούργησε την ελπίδα ότι κάτι κινείται και ότι αυτή την φορά πέραν των συμβολισμών μπορεί να αναμένουμε σύντομα θετικά αποτελέσματα.
Απο τότε οι δύο ηγέτες έχουν συναντηθεί δεκάδες φορές, για να εξετάσουν αφενός τα μέτρα οικοδόμησης εμπιστοσύνης και αφετέρου να μπουν στην ουσία των 5+1 κεφαλαίων στα οποία έχουν περιληφθεί όλα τα προς συζήτηση θέματα, τα οποία είναι (α) η Διακυβέρνηση και η κατανομή των εξουσιών (συνταγματικό), (β) το Εδαφικό, (γ) το Περιουσιακό, (δ) η Οικονομία, (ε) η συμμετοχή στην ΕΕ, και επίσης το κεφάλαιο για την Ασφάλεια – Εγγυήσεις το οποίο σύμφωνα με τη μεθοδολογία που έχει επιλεγεί θα ανοίξει τελευταίο. Αντίστοιχα, οι διαπραγματευτές των δύο πλευρών Ανδρέας Μαυρογιάννης και Οζντίλ Ναμί έχουν εντατικές εβδομαδιαίες συναντήσεις, παράλληλα με τις καθημερινές επαφές των τεχνικών ομάδων εργασίας.
Πράγματι, οι δύο αντιπροσωπείες εκμεταλλεύτηκαν στο έπακρο το θετικό μομέντουμ που δημιουργήθηκε μετά την πρώτη συνάντηση Αναστασιάδη και Ακιντζί. Έκτοτε έχουν γίνει σημαντικές πρόοδοι σε πολλά από τα ανοιχτά θέματα που ακόμα υπάρχουν στα κεφάλαια της Διακυβέρνησης και της κατανομής των εξουσιών μεταξύ των δύο ομόσπονδων ‘κρατιδίων’, την Οικονομία, τα θέματα που αφορούν τη συμμετοχή στην ΕΕ και το Περιουσιακό.
Στο κεφάλαιο της οικονομίας, υπάρχουν πολλές συγκλίσεις ως προς τον τρόπο που θα λειτουργεί και παραμένουν ανοιχτά πολύ λίγα ζητήματα. Υπάρχει συμφωνία ότι το ευρώ θα είναι το ενιαίο νόμισμα για όλη τη χώρα και μάλιστα από την πρώτη μέρα συμφωνίας. Θα λειτουργεί μια Κεντρική Τράπεζα ενώ συμφωνήθηκε ότι οι έμμεσοι φόροι θα είναι αρμοδιότητα της κεντρικής κυβέρνησης ενώ οι άμεσοι των κρατιδίων που θα αποτελούν το ομόσπονδο Κράτους. Επίσης, τόσο το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) όσο και η Παγκόσμια Τράπεζα, παρά τις δυσκολίες στην συγκέντρωση στοιχείων σε ό,τι αφορά την οικονομία των κατεχομένων, ετοιμάζουν χωριστές εκθέσεις για την οικονομία της Κύπρου που αφορούν την επόμενη ημέρα της συμφωνίας.
Οι συγκλίσεις στα θέματα της Ευρωπαϊκής Ένωσης έχουν προχωρήσει σε μεγάλο βαθμό και θεωρείται ότι το κεφάλαιο αυτό έχει σχεδόν κλείσει. Η Κυπριακή Δημοκρατία έχει συναινέσει και η εναρμόνιση των Τουρκοκυπρίων έχει αρχίσει από τώρα. Εμπειρογνώμονες της Ευρωπαϊκής Ένωσης βοηθούν επί τόπου την Τουρκοκυπριακή κοινότητα, ενώ Τουρκοκύπριοι υπάλληλοι μεταβαίνουν στις Βρυξέλλες για ενημέρωση και κατάρτιση.
Όσον αφορά τα κεφάλαια της Ασφάλειας και Εγγυήσεων καθώς και το Εδαφικό, παρά τις διαφορές που συνεχίζουν να υφίστανται, έχει επιδειχθεί ισχυρή πολιτική βούληση για να ξεπεραστούν οι δυσκολίες με τρόπο αμοιβαία αποδεκτό. Ωστόσο, αναμένεται ότι αυτές οι δύο βασικές πτυχές που δεν έχουν ακόμα συζητηθεί σε βάθος θα παραπεμφθούν για εξέταση στο τέλος της διαδικασίας. Πάντως γίνεται όλο και ευρύτερα κατανοητή η ανυποχώρητη Ελληνοκυπριακή θέση ότι το Καθεστώς εγγυήσεων που ισχύει από το 1960 είναι πλέον αναχρονιστικό και ότι η διατήρησή του θα ισοδυναμούσε με μη-λύση.
Η αποφασιστικότητα στην επιλογή των στόχων και η σταθερότητα στην επιδίωξή τους που επέδειξε ο Πρόεδρος Αναστασιάδης αρχίζει να αποδίδει. Σήμερα πιά οι « απορριπτικοί » δείχνουν να υποχωρούν και οι υπέρμαχοι της λύσης να κερδίζουν έδαφος. Για το σκοπό αυτό, όπως γράφει ο σοφός πρώην Πρόεδρος της Κύπρου Γιώργος Βασιλείου στο τελευταίο βιβλίο του (Στοχασμοί για το χθες και το αύριο, Λευκωσία, 2014) θα χρειαστεί και απο τις δύο πλευρές να επιδείξουν πνεύμα « συμβιβασμού και συγχώρεσης ». Για να μπορέσουν Ελληνοκύπριοι και Τουρκοκύπριοι να συνυπάρξουν ειρηνικά και να προοδεύσουν σε ένα εννιαίο Κράτος μέλος της ΕΕ με τα ίδια δικαιώματα και τις ίδιες υποχρεώσεις για όλους τους πολίτες ανεξάρτητα απο γλώσσα, θρησκεία και κοινοτική καταγωγή.
Ενάμιση χρόνο μετά την πρώτη συνάντηση Αναστασιάδη/Ακιντζί το Κυπριακό βρίσκεται και πάλι προ εξελίξεων. Σύμφωνα με πηγές του ΟΗΕ η διαδικασία έχει εισέλθει “σε σημείο μη επιστροφής”. Οι διμερείς συναντήσεις μεταξύ Αναστασιάδη και Ακιντζί που τελούν υπό την αιγίδα του ΓΓ του ΟΗΕ και την παρουσία του Ειδικού Συμβούλου του για το Κυπριακό, που άρχισαν πριν ενάμιση χρόνο έχουν τον τελευταίο καιρό εντατικοποιηθεί. Μέσα στον τρέχοντα Οκτώβριο θα πραγματοποιηθούν δέκα συναντήσεις με σκοπό την καταγραφή όλων των σημείων σύγκλισης.
Οι αισιόδοξοι ομιλούν για δυνατότητα επίτευξης συμφωνίας που θα ανοίξει το δρόμο για πενταμερή διάσκεψη πριν το τέλος του χρόνου. Ωστόσο, κατά την έκτακτη συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου της Κύπρου της 6ης Οκτωβρίου οι περισσότεροι πολιτικοί αρχηγοί είχαν την ευκαιρία να εκφράσουν επιφυλάξεις και φόβους, όχι τόσο για τις προθέσεις του Τουρκοκύπριου ηγέτη, αλλά για τη διαφαινόμενη στάση της Τουρκίας.
Η επιδιωκόμενη Συμφωνία με την ολοκλήρωση των επαφών θα είναι μία συνολική Συμφωνία Αρχών. Θα περιλαμβάνει το σύνολο των θεμάτων πλην των τεχνικών διαπραγματεύσεων και θα αφορούν κυρίως το εδαφικό και το περιουσιακό για τα οποία είναι δυνατόν να υπάρξουν διευθετήσεις που θα βελτιώνουν τις αντίστοιχες του σχεδίου Ανάν. Αυτό όμως που θα παρουσιαστεί σε Ελληνοκυπρίους και Τουρκουπρίους προς έγκριση μέσα από δημοψήφισμα θα είναι μία ολοκληρωμένη πρόταση με τα συντάγματα του Ομοσπονδιακού κράτους και των δύο ομόσπονδων κρατιδίων. Σύμφωνα με την ενημέρωση του Προέδρου Αναστασιάδη μετά την συνεδρίαση του Εθνικού Συμβουλίου “στο λαό θα τεθούν όλα τα στοιχεία που θα αποτελούν τα συστατικά στοιχεία της λύσης”.
Τα πράγματα δείχνουν πλέον να κατασταλάζουν και σύμφωνα με τον κυλιόμενο σχεδιασμό, τον Νοέμβριο θα έχει ολοκληρωθεί ο κύκλος συναντήσεων Αναστασιάδη/Ακιντζί. Αμέσως μετά ανοίγει ο δρόμος για τη σύνοδο της πενταμερούς και σε περίπτωση επιτυχίας τη διοργάνωση διπλού δημοψηφίσματος πριν το καλοκαίρι και κατά πάσα πιθανότητα τον Ιούνιο του 2017.
β) Τα συζητούμενα θέματα
Το κλίμα αισιοδοξίας περί της επικείμενης ολοκλήρωσης των συνομιλιών δεν είναι αποτέλεσμα επικοινωνιακών χειρισμών. Αν σκεφτεί κανείς πού βρίσκονταν τα πράγματα στις αρχές του 2016 και πού έχουμε φτάσει σήμερα θα διαπιστώσει τον τεράστιο δρόμο που έχει διανυθεί, κάτι που δείχνει ότι πέραν των πολιτικών συμφωνιών σε επίπεδο κορυφής και οι εμπειρογνωμόνες της κάθε πλευράς εργάστηκαν εξαιρετικά εντατικά και αποτελεσματικά.
Πράγματι, σε απόρρητο έγγραφο προς τον ΓΓ του ΟΗΕ Μπαν Κι-μουν, με τις εκτιμήσεις για την πορεία των διαπραγματεύσεων στο Κυπριακό, που διέρρευσε στον Τύπο στις 2 Φεβρουαρίου 2016, ο πρόεδρος Αναστασιάδης σημειώνει τα ακόλουθα:
«Είναι πολύ καλά γνωστό ότι από τον Μάιο (2015) έχουμε επιτύχει κοινή αντίληψη σε ένα σημαντικό αριθμό θεμάτων που σχετίζονται με τα κεφάλαια της Διακυβέρνησης και της κατανομής εξουσιών, περιουσιακό, οικονομία και ΕΕ.
Την ίδια ώρα θα πρέπει να σημειωθεί πως παρά την πρόοδο παραμένουν ακόμη διαφορές σε όλα τα κεφάλαια. Και βάσει των όσων θα αναφερθώ στη συνέχεια πιστεύω ότι – παρά την περί αντιθέτου ελπίδα μας – δεν θα παρουσιάσουμε μια εικόνα η οποία δεν θα αντικατοπτρίζει την πραγματικότητα και θα αποφύγουμε να δημιουργήσουμε προσδοκίες ότι είμαστε πολύ κοντά στη λύση.
Υπό αυτά τα δεδομένα, νιώθω την υποχρέωση να σημειώσω, μεταξύ άλλων, ότι δεν έχουμε ξεκινήσει ουσιαστικές συζητήσεις στα εξής:
- Εδαφικές αναπροσαρμογές, οι οποίες αναπόφευκτα συνδέονται με το περιουσιακό.
- Ασφάλεια και εγγυήσεις.
- Χρονοδιάγραμμα για την αποχώρηση ξένων στρατευμάτων.
- Χρονοδιάγραμμα για την εφαρμογή των διαφόρων πτυχών του κυπριακού προβλήματος και για την ομαλή εφαρμογή των συμφωνηθέντων.
- Πρώτη ημέρα της συμφωνίας και τι συνεπάγεται.
- Η σύνταξη των ομοσπονδιακών νομοθεσιών και του συντάγματος.
- Η σύνταξη του ομοσπονδιακού συντάγματος και των ομόσπονδων πολιτειών.
- Η λίστα των διεθνών συμφωνιών, οι οποίες θα δεσμεύουν την Ενωμένη Κύπρο.
Όπως είναι κατανοητό πρέπει να υπάρξουν λεπτομερείς συζητήσεις σε όλα εκείνα τα δύσκολα και ευαίσθητα θέματα πριν φτάσουμε στην τελική φάση της διαδικασίας.
(…) Από την πλευρά μου θέλω να σας διαβεβαιώσω ότι θα εργαστώ με τον Μουσταφά Ακιντζί, όσο το δυνατό γρηγορότερα να πετύχουμε συμφωνία και εντός του 2016».
Από την πλευρά της, η Ευρώπη ενισχύει την εντατικοποίηση των συνομιλιών και εμφανίζεται ανοικτή για να διευκολύνει την ευόδωση των συνομιλιών εντός του 2016. Σε απάντηση στην από 15 Ιουνίου επιστολή Αναστασιάδη στην οποία ζητούσε να κινηθεί παράλληλα με τις διαβουλεύσεις για το Κυπριακό η διαδικασία εξοικείωσης των Τουρκοκυπρίων με το κεκτημένο, ο Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ απέστειλε επιστολή στον Νίκο Αναστασιάδη στις 27 Ιουνίου, παρέχοντας τη διπλή διαβεβαίωση:
– H αναστολή της εφαρμογής του κεκτημένου στις περιοχές της Κυπριακής Δημοκρατίας επί των οποίων η Κυπριακή Δημοκρατία δεν ασκεί αποτελεσματικό έλεγχο θα αρθεί σύμφωνα με το Πρωτόκολλο 10 της Συνθήκης Προσχώρησης του 2003, θέση που ικανοποιεί τη Λευκωσία.
– Όσο η λύση θα εκκρεμεί, οι ενέργειες της Επιτροπής δεν μπορούν να εκληφθούν ως αναγνώριση οποιασδήποτε δημόσιας αρχής σε εκείνες τις περιοχές, πέραν της Κυπριακής Δημοκρατίας και δεν μπορούν να εκληφθούν ως προηγούμενο για οποιανδήποτε άλλη περίπτωση.
Οι διαβεβαιώσεις Γιούνκερ, σε σχέση με το Πρωτόκολλο 10, οδήγησαν τη Λευκωσία να συγκατατεθεί στη διαδικασία εμπλοκής της Ευρωπαϊκής Επιτροπής για εξοικείωση των τουρκοκυπρίων με το κοινοτικό κεκτημένο, προκειμένου να διασφαλισθεί η λειτουργικότητα μιας ενδεχόμενης λύσης από την πρώτη κιόλας μέρα.
γ) Η στάση των πρωταγωνιστών
Μέχρι σήμερα το κλίμα μέσα στο οποίο κινούνται οι πρωταγωνιστές που χειρίζονται τις διαπραγματεύσεις τόσο οι Αναστασιάδης και Ακιντζί όσο και οι επικεφαλής των τεχνικών ομάδων Μαυρογιάννης και Ναμί είναι εξαιρετικό και αφεαυτού αποτελεί εγγύηση για την επιτυχή κατάληξη της διαδικασίας.
Το κλειδί στην Ελληνοκυπριακή πλευρά το κρατά ο Πρόεδρος Αναστασιάδης. Μέχρι τώρα έχει αφιερωθεί προσωπικά και αποφασιστικά στην προσπάθεια μίας δίκαιης και βιώσιμης λύσης. Για τον ίδιο είναι ένα στοίχημα με την Ιστορία. Αν το κερδίσει, το όνομα του θα μνημονεύεται για χρόνια – ίσως μάλιστα λάβει και το Νόμπελ Ειρήνης. Αντίθετα από την σντίστοιχη εμπειρία του 2004, όπου ο διαπραγματευτής Κληρίδης είχε απέναντί του τον Πρόεδρο Παπαδόπουλο ο οποίος πολεμούσε το σχέδιο Ανάν, στις παρούσες συνθήκες η συγκυρία είναι θετική για τον Πρόεδρο Αναστασιάδη. Ωστόσο, επειδή ακριβώς έχει πάρει επάνω του την πολιτική ευθύνη της διαπραγμάτευσης έχει υποβαθμίσει την αναγκαία παράλληλη διαπαιδαγώγηση και προετοιμασία της ελληνοκυπριακής κοινής γνώμης, πράγμα που κινδυνεύει να αποβεί μοιραίο σε περίπτωση δημοψηφίσματος.
Από τα δύο μεγαλύτερα κόμματα το ΔΗΣΥ στηρίζει τους χειρισμούς του Προέδρου, ενώ και το ΑΚΕΛ παρά τις ήπιες επιφυλάξεις θα υποστηρίξει τελικά την συμφωνία. Οι περισσότεροι από τους άλλους πολιτικούς ηγέτες ανταγωνίζονται σε έκφραση αντιρρήσεων, που εκτείνονται από την φοβική απόρριψη ως τον επιθετικό ούλτρα-εθνικισμό. Οι πρώην Πρόεδροι και μέλη του Εθνικού Συμβουλίου Γιώργος Βασιλείου και Δημήτρης Χριστόφιας με ισχυρά ερείσματα στην κοινωνία ενισχύουν τις προσπάθειες για την επίτευξη συμφωνίας και έχουν υψηλό βαθμό επιρροής στη διαμόρφωση της κοινής γνώμης, ειδικά μεταξύ των αναποφάσιστων.
Η κοινωνία δείχνει έτοιμη να αποδεχτεί τη λύση που θα τεθεί στο τραπέζι. Επιθυμεί να μπορέσει επιτέλους να ζήσει σαν ένα κανονικό ευρωπαϊκό κράτος, με συνθήκες δημοκρατίας, κράτους δικαίου και αμοιβαίας αναγνώρισης των δικαιωμάτων. Έχει ωριμάσει πιά η ιδέα ότι δεν μπορεί να συνεχιστεί άλλο το σημερινό status quo και ότι θα αργήσει να υπάρξει στο μέλλον άλλη παρόμοια θετική συγκυρία μεταξύ των δύο κοινοτήτων. Αυτό εκφράζεται ιδιαίτερα από τις νεότερες γενιές και ειδικά αυτούς που έχουν γεννηθεί μετά το 1974.
Ισχυρό εμπόδιο αποτελεί η στάση που θα τηρήσει η Εκκλησία της Κύπρου. Πολλοί εκκλησιαστικοί κύκλοι εμφορούνται από πνεύμα εθνικισμού, άκρατου συντηρητισμού και μισαλοδοξίας και κηρύττουν την “απόρριψη” κάθε προσπάθειας εξεύρεσης λύσης. Στο ίδιο κλίμα κινείται και ο προκαθήμενος της Εκκλησίας Αρχιεπίσκοπος Χρυσόστομος Β’. Ωστόσο, η Ιεραρχία δεν είναι μονολιθική και ειδικά ο Μητροπολίτης Νικηφόρος, Ηγούμενος της Μονής Κύκκου, έχει επιδείξει ιδιαίτερα εποικοδομητική στάση ενόψει μίας συμφωνίας.
Όσον αφορά τον Ακιντζί θεωρείται ότι ελέγχει σε μεγάλο βαθμό την κοινοβουλευτική πλειοψηφία και μπορεί να καθοδηγήσει την κοινή γνώμη σε θετική ψήφο σε περίπτωση δημοψηφίσματος. Εξάλλου ο ίδιος είναι πεπεισμένος ότι δεν θα υπάρξει άλλη ευκαιρία τουλάχιστον για τη δικιά του γενιά.
Σε ενδεχόμενη σύνοδο της πενταμερούς, στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων θα βρεθούν πέραν της ηγεσίας των Ελληνοκυπρίων και των Τουρκοκυπρίων οι άλλες τρείς εγγυήτριες δυνάμεις, δηλαδή η Ελλάδα, η Τουρκία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η Ελλάδα δηλώνει ότι θα ακολουθήσει τις αποφάσεις της Κυπριακής Δημοκρατίας. Καλόν είναι να το κάνει παίρνοντας θέση ανοιχτά υποστηρικτική και όχι κρυπτόμενη (όπως έκανε τον Μάρτιο του 2004 ο τότε Έλληνας Πρωθυπουργός μένοντας κλεισμένος στα δωμάτια των άνω ορόφων του ξενοδοχείου στο Μπούργκενστοκ). Αν και ο δίαυλος επικοινωνίας μεταξύ των κυβερνήσεων Ελλάδας και Κύπρου είναι διαρκής και ειλικρινής, η στάση της Ελλάδας θα επηρεαστεί σε μεγάλο βαθμό από την οικονομική συγκυρία που την φέρνει σε δυσχερή θέση. Σήμερα όμως η Ελλάδα έχει πιό περιορισμένη ελευθερία κινήσεων από ό,τι στο παρελθόν λόγω της δεινής οικονομικής της κατάστασης αλλά και των επιπλέον πιέσεων (πέραν αυτών που αναφέρθηκαν παραπάνω) που μπορεί να ασκήσει η Τουρκία μέσω της διαχείρισης των μεταναστευτικών ρευμάτων.
Η Τουρκία είναι βέβαιο ότι δεν θα δεχθεί να μπεί στο περιθώριο. Κατά την προσφιλή τακτική της θα επιδιώξει το μέγιστο των ανταλλαγμάτων. Και αυτό ξεπερνά τα όρια της Μεγαλοννήσου και μπαίνει στα χωράφια των Ελληνοτουρκικών σχέσεων, αλλά και των σχέσεων με την ΕΕ. Προκειμένου να συναινέσει στο Κυπριακό θα χρησιμοποιήσει όλους τους μοχλούς πίεσης για να επιτύχει τους ευρύτερους στόχους της, στην ενταξιακή διαδικασία στην ΕΕ, στην έξοδο στο Αιγαίο (ίσως η πρόσφατη ανακίνηση του θέματος της συμφωνίας της Λωζάνης να εντάσσεται σε αυτή την τουρκική λογική) και τη συμμετοχή στην εκμετάλλευση της ΑΟΖ.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο η ολοκλήρωση του Brexit αναμένεται να σημάνει αλλαγή σκηνικού σε όλους τους τομείς, οικονομικό, πολιτικό και γεωστρατηγικό. Πάντως μέχρι σήμερα το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος δεν φαίνεται να έχει επιβαρύνει τη βρετανική στάση στο Κυπριακό. Εφόσον εξασφαλιστούν τα προνόμια που διέπουν τη λειτουργία των δύο βάσεων που διαθέτει στο νησί το ΗΒ δεν προτίθεται να φέρει προσκόμματα. Μία διευθέτηση κατά το πρότυπο του σχεδίου Ανάν θα εξυπηρετούσε τη διατήρηση της βρετανικής παρουσίας στην περιοχή. Σε αυτή τη λογική θα μπορούσε ακόμα και να εγκαταλείψει το καθεστώς των εγγυήσεων του 1960.
Ο διεθνής παράγοντας θα παρακολουθήσει είτε αμέσως και εκ του σύνεγγυς την πενταμερή (ΟΗΕ πρωτίστως, αλλά και Ευρωπαϊκή Ένωση) είτε εμμέσως ΗΠΑ, Ρωσία). Και εδώ θα έχουμε νέους πρωταγωνιστές με αποτέλεσμα να υπάρξουν μετατοπίσεις από τις οποίες θα προκύψει αλλαγή στάσης.
Ο νέος Γραμματέας του ΟΗΕ Γκουτέρες θα πρέπει από την πρώτη μέρα της ανάληψης των καθηκόντων του να ασχοληθεί και να μελετήσει σε βάθος όλες τις διαστάσεις του προβλήματος, γιατί αυτός θα κληθεί ως ‘‘οικοδεσπότης’’ της πενταμερούς και έντιμος μεσολαβητής να προτείνει αμοιβαίως αποδεκτούς συμβιβασμούς, όπου αυτό ενδεχομένως χρειαστεί. Κυρίως όμως θα πρέπει από τώρα να αποκτήσει προσωπικές σχέσεις με τους πρωταγωνιστές, έτσι ώστε να δημιουργήσει ένα κλίμα εμπιστοσύνης για να μπορέσει να εκμαιεύσει τις πραγματικές κόκκινες γραμμές των μερών και να διερευνίσει τις ‘‘ψυχολογικές’’ αντοχές τους.
Η Ευρωπαϊκή ‘Ενωση έχει επανειλημένα διακηρύξει την επιθυμία της να συμβάλει με κάθε τρόπο στη διαδικασία επίλυσης. Όλοι οι Ευρωπαίοι ηγέτες στο Ευρωπαϊκό Συμβούλιο ενημερώνονται από τον Πρόεδρο Αναστασιάδη και ο ίδιος ο Πρόεδρος Τουσκ επισκέφθηκε την Κύπρο. Εξάλλου, ευθύς εξαρχής ο Πρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ζαν-Κλοντ Γιούνκερ μετέβη στην Κύπρο και προσέφερε τη στήριξη του στη διαδικασία των συνομιλιών. Επίσης, έχει αναθέσει ειδικό ρόλο στον προσωπικό του απεσταλμένο Πίτερ Βαν Νούφελ και στον Διευθυντή της Αντιπροσωπίας της ΕΕ στη Λευκωσία Γιώργο Μαρκοπουλιώτη. Η ΕΕ θα κάνει τα πάντα για την επίτευξη μίας συμφωνίας που θα λύσει μία χρόνια εκκρεμότητα και κρατά διαιρεμένο ένα κράτος μέλος της.
Η Ρωσία παρά την έκφραση φιλικών αισθημάτων προς την Κύπρο και τον Κυπριακό λαό, εντούτοις δεν προσεγγίζει θετικά μία τακτοποίηση αυτής της από δεκαετίες εκκρεμότητας διότι κάτι τέτοιο θα της αφαιρούσε δυνατότητα επιρροής στην περιοχή.
Η σημερινή Αμερικανική πολιτική παρακολουθεί με ενδιαφέρον τις εξελίξεις στο Κυπριακό. Ο Αντιπρόεδρος Μπάιντεν φέρεται να έχει αναγνωρίσει ότι η παραμονή ξένων στρατευμάτων στο νησί αποτελεί εμπόδιο για την επανένωση της Κύπρου. Βέβαια, ο μεγαλύτερος παράγων αβεβαιότητας βρίσκεται στο τί θα προκύψει από τις αμερικανικές κάλπες. Μία ενδεχόμενη εκλογή Τραμπ θα μπορούσε και εδώ να σημάνει πλήρη ανατροπή των δεδομένων.
Το Κυπριακό έχει μπεί πιά σε τροχιά επίλυσης. Η Τουρκοκυπριακή πλευρά επιδιώκει μία ταχεία συμφωνία για να απαλλαγεί από την Τουρκική κηδεμονία. Η Ελληνοκυπριακή, γνωρίζει ότι κάθε νέο σχέδιο συμφωνίας είναι χειρότερο από το προηγούμενο. Η πρόοδος που έχει πραγματοποιηθεί είναι αναμφισβήτητη, πράγμα που κάνει την προοπτική ολοκλήρωσης των συνομιλιών για την επίτευξη συμφωνίας μεταξύ των δύο κοινοτήτων να είναι ορατή. Ωστόσο, παρά τον υπάρχοντα σχεδιασμό των επόμενων βημάτων κανείς δεν ομιλεί για ‘‘οδικό χάρτη’’. Ενώ οι δύο ηγέτες θα είχαν κάθε λόγο να αισιοδοξούν, για ευνόητους λόγους προτιμούν στις επίσημες δηλώσεις τους να φαίνονται επιφυλακτικοί.
Αθήνα 12 Οκτωβρίου 2016
Ο Τάκης Αναστόπουλος είναι Διευθυντής ε.τ. της ΕΕ και μέλος της Συντονιστικής Γραμματείας των “Κινήσεων Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία”