Η κυβέρνηση απέτυχε παταγωδώς να ολοκληρώσει μια στοιχειώδη λειτουργία κάθε ορθολογικής διοίκησης: την αξιολόγηση του προσωπικού της. Εξ ίσου παταγωδώς είχε αποτύχει και ο κος Μητσοτάκης, ως αρμόδιος υπουργός, να πραγματοποιήσει την προηγούμενη αξιολόγηση με το σύστημα που εκείνος είχε εισαγάγει.
Το γεγονός όμως ότι την τελευταία τριακονταετία εκδίδεται ένας νόμος περί αξιολόγησης κάθε δύο περίπου χρόνια φανερώνει ότι η αδυναμία είναι πάγια και ξεπερνά τις ανεπάρκειες μεμονωμένων υπουργών και κυβερνήσεων.
Οι ευθύνες βαραίνουν εξ ίσου τόσο το πολιτικό σύστημα της χώρας όσο και την συνδικαλιστική εκπροσώπηση των εργαζομένων στο δημόσιο.
Τα συνδικάτα σκιαμαχούν μονίμως με φανταστικούς εχθρούς και καλλιεργούν φοβίες, συνδέοντας την αξιολόγηση με την κατάργηση δημοσίων υπηρεσιών και τις απολύσεις. Δυστυχώς, οι εμμονές μερίδας των δανειστών με την πάση θυσία πραγματοποίηση συμβολικών απολύσεων προσέφεραν επιχειρήματα στην μέχρι πρόσφατα αθεμελιωτη και αβάσιμη αυτή συνδικαλιστική στρατηγική. Επιβεβαιώθηκε έτσι ένα λαϊκιστικό αφήγημα, τροφοδοτήθηκε η ανασφάλεια των δημοσίων υπαλλήλων και ενισχύθηκε η επιφυλακτικότητα απέναντι σε κάθε μορφή αξιολόγησης.
Οι διαδοχικές κυβερνήσεις, από την άλλη πλευρά, έχουν αποτύχει να αντιληφθούν την ουσιαστική αξιολόγηση ως αναπόσπαστο μέρος της στρατηγικήςλειτουργίας του διοικητικού προγραμματισμού. Η αξιολόγηση θεωρείται ατομική υπόθεση και περιορίζεται στην διατύπωση υποκειμενικής άποψης τουπροϊσταμένου για τους υφισταμένους του με βάση γενικά και ασαφή κριτήρια. Κυριαρχεί έτσι η υποκειμενικότητα και διευκολύνονται η αυθαιρεσία και οι πελατειακές επιλογές.
Πρέπει να γίνει αντιληπτό από όλες τις πλευρές, ότι:
- Η αξιολόγηση είναι βασική διαδικασία για την εύρυθμη και αποτελεσματική λειτουργία οποιουδήποτε παραγωγικού οργανισμού είτε αυτός ανήκει στονιδιωτικό είτε στον δημόσιο τομέα.
- Η αξιολόγηση αποτελεί προϋπόθεση για τον στρατηγικό και επιχειρησιακό σχεδιασμό των δημοσίων πολιτικών και την ορθολογική οργάνωση των φορέωνδημόσιας δράσης. Είναι κατά συνέπεια απαραίτητη για την αναβάθμιση και εν τέλει την προάσπιση του δημόσιου αγαθού.
- Η αντικειμενική αξιολόγηση με βάση συμφωνημένα και μετρήσιμα κριτήρια που θα συνδέονται με στοχοθεσία των υπηρεσιών και το παραγόμενο έργο είναι ημόνη γραμμή άμυνας απέναντι στον κομματισμό και τις πελατειακές σχέσεις στο δημόσιο.
- Οι διαδικασίες αξιολόγησης θα παραμένουν άνευ νοήματος αν δεν προϋπάρξει ουσιαστική και συστηματική στοχοθεσία. Η δε ουσιαστική στοχοθεσία, είναιανέφικτη αν δεν αποτελεί συστατικό του σχεδιασμού μιας δημόσιας πολιτικής σε ολοκληρωμένο πλαίσιο διοικητικού προγραμματισμού που θα βασίζεται σεποσοτικούς και ποιοτικούς δείκτες.
- Η ορθολογική μεθοδολογία απαιτεί πριν από οποιαδήποτε μαζική διαδικασία αξιολόγησης υπαλλήλων να έχει προηγηθεί, με διαφανή και αντικειμενικό τρόποπου θα λαμβάνει υπόψη τους τεθέντες στόχους και το παραχθεν έργο, πρώτον η αξιολόγηση των διοικητικών μονάδων και εν συνεχεία των προϊστάμενων τουςώστε να σπάσει ο φαύλος κύκλος των θέσεων ευθύνης που καλύπτονται με κομματικά κριτήρια και όχι με βάση την διοικητική επάρκεια και την απόδοση των υποψηφίων.
- Ο διοικητικός προγραμματισμός και η αξιολόγηση της διοικητικής δράσης είναι βασικά στοιχεία ορθής λειτουργίας ενός σύγχρονου κράτους. Πρέπει λοιπόν νααποτελέσουν πεδίο διακομματικής συναίνεσης.
Οι “Κινήσεις Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία” θέτουν ως προγραμματική προτεραιότητα την καθιέρωση ενός τέτοιου συστήματος αξιολόγησης. Απέναντι στην αναξιοκρατία, τον κομματισμό και την αναποτελεσματικότητα των δημοσίων δομών, οι προοδευτικές και μεταρρυθμιστικές δυνάμεις του τόπου οφείλουν,να συγκρουστούν με κάθε συνδικαλιστή και πολιτική αβελτηρία, προς όφελος της χώρας και των πολιτών.
Αθήνα, 21 Αυγούστου 2017