Μήνυμα αισιοδοξίας για την πορεία και το μέλλον των δυνάμεων του δημοκρατικού σοσιαλισμού, εξέπεμψε ο πρώην Πρωθυπουργός, Γιώργος Α. Παπανδρέου.
«Όπως όλα δείχνουν, έχει ανοίξει ένα παράθυρο ελπίδας και προοπτικής, όχι μόνο για τις δυνάμεις του δημοκρατικού σοσιαλισμού, αλλά και για τις προοδευτικές δυνάμεις γενικότερα, στην Ελλάδα, την Ευρώπη, τον κόσμο ολόκληρο», είπε ο Γιώργος Α. Παπανδρέου, και τόνισε μεταξύ άλλων:
«Το είδαμε να συμβαίνει στις ΗΠΑ, όπου ο Πρόεδρος Μπάιντεν προώθησε μια ατζέντα χωρίς προηγούμενο στην απο ‘κεί πλευρά του Ατλαντικού, ή στην ΕΕ, όπου συντηρητικές ηγεσίες αναγκάστηκαν να ασπαστούν θέσεις μας, που πριν από 10 χρόνια απέρριπταν, προκειμένου να αντιμετωπίσουν τις επιπτώσεις της πανδημίας.
Αυτό επιβεβαιώνεται, όχι μόνο από την αδυναμία της συντήρησης και των λαϊκιστικών δυνάμεων, όποιο δόγμα και αν υπηρετούν, να δώσουν βιώσιμες απαντήσεις στις αλλεπάλληλες κρίσεις του καπιταλισμού, καθώς αποδείχθηκαν αδιέξοδες και ευκαιριακές οι προτάσεις τους, αλλά και από το γεγονός ότι, σε πολλές περιπτώσεις αναγκάστηκαν να υιοθετήσουν δικές μας προτάσεις που παλαιότερα λοιδορούσαν. Δεν σημαίνει βέβαια ότι τις απόψεις αυτές τις ασπάζονται ή τις υπηρετούν με τρόπο που να προωθεί τις αρχές της σοσιαλδημοκρατίας. Το αντίθετο μάλιστα. Θα θελήσουν οι δυνάμεις του κατεστημένου και της συντήρησης να συνεχίσουν να έχουν τον έλεγχο της εξουσίας με σκοπό την οικονομική τους κυριαρχία, που αποβαίνει σε βάρος της Δημοκρατίας».
Συνεχίζοντας στο ίδιο μήκος κύματος, επισήμανε:
«Το γεγονός βέβαια, ότι δικαιώνονται, αντιλήψεις, απόψεις και θέσεις που έτυχαν της επεξεργασίας των προοδευτικών δυνάμεων, επιβεβαιώνει ότι, η δουλειά μας μπορεί να είναι δύσκολη για να επιτύχουμε μια καλύτερη πορεία, αλλά είναι ιστορικά αναγκαία.
Το ερώτημα είναι: έχουμε τη βούληση να ξαναγίνουμε μια μεγάλη συμμαχία κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα προωθήσει σε βάθος μια προοδευτική πρόταση διακυβέρνησης απέναντι στη συντηρητική και θα επιδιώξει την αλλαγή παραδείγματος, ως και προϋπόθεση για μια βιώσιμη πορεία προς ένα συμμετοχικό, πράσινο, δημοκρατικό μέλλον;
Προσωπικά, πιστεύω ακράδαντα, ότι μπορούμε να τα καταφέρουμε.
Κοντολογίς, οι απαντήσεις που οφείλουμε να δώσουμε, είναι στρατηγικής σημασίας και δεν αφορούν το αν μπορούμε αλλά το πώς και με ποιους θα το κάνουμε.
Και βέβαια, οι απαντήσεις μας, δεν θα κριθούν από οτιδήποτε άλλο, παρά μόνον από το αν αφορούν τη χώρα και τους Έλληνες.
Με απλά λόγια:
Απαιτείται ένα εγχείρημα αξιών και προγραμματικού λόγου.
Αξιόπιστη πρόταση που αλλάζει το παράδειγμα.
Που λειτουργεί απελευθερωτικά.
Απαιτείται, μια νέα κοινωνική συμφωνία, ένα πράσινο κοινωνικό συμβόλαιο, που να διαμορφώνει νέες κοινωνικές συμμαχίες και να διασφαλίζει τη συλλογική μας πορεία, τονίζω, τη συλλογική μας πορεία, προς ένα βιώσιμο μέλλον».
Ακολουθεί η πλήρης παρέμβαση:
Αγαπητές φίλες, αγαπητοί φίλοι,
Θέλω να σας ευχαριστήσω για την πρόσκλησή σας και να ευχηθώ καλή επιτυχία στις εργασίες σας.
Και να σας μεταφέρω ένα μήνυμα αισιοδοξίας, καθώς όπως όλα δείχνουν, για τις δυνάμεις του δημοκρατικού σοσιαλισμού, έχει ανοίξει ένα παράθυρο ελπίδας και προοπτικής, ως αποτέλεσμα,
Των αποτυχιών της συντήρησης να δώσει απαντήσεις,
Των αδυναμιών των άλλων λαϊκιστικών προτάσεων, που αποδείχθηκαν αδιέξοδες και ευκαιριακές, αλλά κυρίως,
Των αξιών και των ιδανικών μας, που αποδεικνύονται πολλαπλώς επίκαιρα και ικανά να ανταποκριθούν στις ανάγκες των καιρών, γεγονός που ανάγκασε πολλούς να υιοθετήσουν απόψεις και θέσεις μας, προκειμένου να δώσουν απαντήσεις σε μείζονα ζητήματα για την ανθρωπότητα.
Αναφέρω ενδεικτικά την ΕΕ που έπραξε ό,τι δεν έκανε στην οικονομική κρίση, προκειμένου να αντιμετωπίσει την πανδημία, βάζοντας στο ράφι τη δημοσιονομική ζυγαριά και ρίχνοντας στη μάχη της ανάκαμψης, ένα σημαντικό Ταμείο.
Αλλά και τις συντηρητικές δυνάμεις, που υποχρεώθηκαν να αποδεχθούν τον κρίσιμο ρόλο των δημοσίων συστημάτων υγείας, για την αντιμετώπιση της υγειονομικής κρίσης.
Όπως, και τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύονται άλλες δυνάμεις, που κατανοούν πλέον την ανάγκη είτε αναδρομολόγησης της πολιτικής, όπως ο Πρόεδρος Μπάιντεν, είτε και αλλαγής πορείας, κάτι που άλλες δυνάμεις αρχίζουν πια να συζητούν στην Ευρώπη.
Ένας χαιρετισμός, και μάλιστα μέσω του Διαδικτύου, δεν ενδείκνυται για μακρές αναλύσεις και για διεξοδικές προσεγγίσεις τόσο σημαντικών ζητημάτων, που απαιτούν ιδιαίτερη προσοχή, γιατί αφορούν την πορεία της ανθρώπινης κοινωνίας προς το μέλλον και ειδικότερα, προς ένα καλύτερο, αλλά το σημαντικότερο, ένα διαφορετικό μέλλον.
Πολύ περισσότερο τώρα, σε μια εποχή κατά την οποία συζητείται πλέον ευρύτατα η σημασία της Κλιματικής κρίσης, αλλά και λόγω συγκυρίας της Υγειονομικής, καθώς και η ανάγκη μετάβασης σε ένα βιώσιμο, πράσινο μοντέλο ανάπτυξης.
Μια συζήτηση, που όχι μόνο δεν έγινε πριν από μια δεκαετία, με αφορμή την οικονομική κρίση, όπως θα έπρεπε και αρκετοί τότε είχαμε επιχειρήσει να την ανοίξουμε, αλλά επιδιώχθηκε να μην γίνει και να επιβληθεί σιωπή, καθώς δεν εξυπηρετούσε τις περισσότερες πολιτικές δυνάμεις και των δύο πόλων της πολιτικής, δυστυχώς, αλλά και τους οικονομικά ισχυρούς.
Γιατί; Γιατί έπρεπε να αποκρυβούν οι ρίζες των παθογενειών που προκάλεσαν την κρίση, άρα και να αναδειχθεί ο ρόλος όσων συνέβαλαν σε αυτήν, αλλά και στην απόκρυψή τους, καθώς οι αφηγήσεις του μεγαλύτερου μέρους του πολιτικού συστήματος της χώρας, δεν ενδιαφερόταν για το δημόσιο συμφέρον, αλλά για την εξουσία και τη νομή της.
Η ειρωνεία; Ότι αυτή η συζήτηση αρχίζει να γίνεται σε μια περίοδο, που ενώ η ανάγκη για μια διαφορετική αντίληψη με βάση την οποία θα μεταβούμε στο μέλλον, αποτελούσε δικό μας προγραμματικό πρόταγμα, πρόταγμα που μάλιστα, λοιδορήθηκε και αντιμετωπίστηκε με χλευασμό από τους άλλους ιδεολογικούς χώρους, οι δυνάμεις του δημοκρατικού σοσιαλισμού δεν είναι και στα καλύτερά τους.
Το γεγονός όμως, ότι δικαιώνονται, αντιλήψεις, απόψεις και θέσεις που έτυχαν της επεξεργασίας των προοδευτικών δυνάμεων, επιβεβαιώνει ότι, η δουλειά μας μπορεί να είναι δύσκολη για να επιτύχουμε μια καλύτερη πορεία, αλλά είναι ιστορικά αναγκαία.
Γι’ αυτό σας μίλησα από την αρχή, για μήνυμα αισιοδοξίας, ελπίδας και προοπτικής.
Το ερώτημα είναι: έχουμε τη βούληση να ξαναγίνουμε μια μεγάλη συμμαχία κοινωνικών και πολιτικών δυνάμεων που θα προωθήσει μια προοδευτική πρόταση διακυβέρνησης απέναντι στη συντηρητική και θα επιδιώξει την αλλαγή παραδείγματος, ως και προϋπόθεση για μια βιώσιμη πορεία προς ένα συμμετοχικό, πράσινο, δημοκρατικό μέλλον;
Δηλαδή, ως μοχλό για τη συλλογική μας πορεία ως κοινωνία, το τονίζω, τη συλλογική μας πορεία, σε ένα καλύτερο και διαφορετικό μέλλον;
Το ρωτώ, γιατί πιστεύω βαθύτατα ότι, μπορούμε να το κάνουμε.
Το έχουμε ξανακάνει και γνωρίζουμε το πώς.
Ούτε πρέπει να ανακαλύψουμε την πυρίτιδα, ούτε και προϋπόθεση είναι οι λεπτομέρειες επί των πολιτικών μας.
Είναι όμως, η πίστη στην ιστορική αποστολή μας, η βούληση και η αποφασιστικότητα να σπάσουμε αυγά, να υπερβούμε τα κομματικά τείχη, να αντισταθούμε στα στερεότυπα και τις μικροπολιτικές προκαταλήψεις και να προσφέρουμε στις υγιείς παραγωγικές και δημιουργικές δυνάμεις του τόπου, τις απτές αποδείξεις της αφοσίωσής μας στον μοναδικό στόχο που δικαιολογεί την ύπαρξή μας. Την Προοδευτική Αλλαγή της χώρας. Και μαζί, την απόφασή μας να αποτελέσουμε το παράδειγμα και την κινητήριο δύναμη για την Αλλαγή και στην Ευρώπη.
Είναι βέβαια και η απόφαση μας, να δώσουμε νέες ιδέες και νέες πολιτικές, ως απαντήσεις στις σύγχρονες προκλήσεις των καιρών και στα μεγάλα διακυβεύματα του μέλλοντος.
Ας επιχειρήσουμε να δούμε αν οι δυνάμεις του δημοκρατικού σοσιαλισμού μπορούν να δώσουν απαντήσεις σε μια σειρά από ερωτήματα, τα οποία ιστορικά δίνουν το στίγμα των πραγμάτων:
Έχουμε απαντήσεις,
Για τη σημασία της ατομικής και συλλογικής ελευθερίας,
Για το ρόλο του κράτους, της εργασίας και το κεφαλαίου,
Για τις εγγενείς και πολλαπλασιαζόμενες αδυναμίες του καπιταλισμού, που εκφράζονται με την όλο και συχνότερη εκδήλωση κρίσεων, από τη μια,
αλλά και για τις αδυναμία των δυνάμεων της δημαγωγίας, της Ακροδεξιάς,
αλλά και της λεγόμενης ριζοσπαστικής αριστεράς, να δώσουν βιώσιμες απαντήσεις, όπως απέδειξαν οι πρόσφατες κρίσεις;
Για την αντιμετώπιση των αδικιών, των ανισοτήτων και της αποδόμησης των δικαιωμάτων που με αγώνες και αίμα κατακτήθηκαν;
Μπορούμε να προτείνουμε οραματικές, αλλά μαζί και αποτελεσματικές λύσεις που να αλλάζουν τα δεδομένα και να κατοχυρώνουν τη βιωσιμότητα των απαντήσεων μας;
Έχουμε εντέλει το ιδεολογικό και πολιτικό οπλοστάσιο, να συμβάλουμε στην αλλαγή παραδείγματος;
Θα επιχειρήσω μια σύντομη προσέγγιση, τονίζοντας εξαρχής ότι, υπάρχει μια αδυναμία που χαρακτηρίζει τις δυνάμεις της σοσιαλδημοκρατίας στον κόσμο. Η πολυδιάσπασή τους, όσον αφορά στην διερεύνηση του προβλήματος, καθώς, υπάρχουν δυνάμεις αυτού του χώρου, που δεν έχουν ακόμη αποστεί από αντιλήψεις που τις έφεραν πολύ κοντά στη συντήρηση και δεν έχουν πάρει το μάθημα από τη στρατηγική ήττα αυτής τους της επιλογής.
Με αυτήν την επισήμανση, ως αναγκαία παράμετρο, θέλω να υπενθυμίσω κάποια λίγα πράγματα που από μόνα τους δίνουν απαντήσεις:
Είναι τυχαίο το γεγονός ότι, οι προοδευτικές δυνάμεις μπόρεσαν να δώσουν βιώσιμες απαντήσεις σε όλες τις κρίσεις του 20ου αιώνα;
Ποιοι μίλησαν πρώτοι για την ανάγκη η πολιτική να υπερασπιστεί την αυτονομία της και να γίνει πράσινη σε όλες της τις εκφάνσεις;
Και ποιοι επισήμαναν πρώτοι, ότι δεν αρκεί μόνο η ανάδειξη της οικολογικής διάστασης των πραγμάτων;
Ποιοι μίλησαν πρώτοι, για την ανάγκη της συλλογικής μετάβασης σε ένα βιώσιμο και πράσινο μέλλον;
Και ποιοι ανέδειξαν τους κινδύνους είτε από την πλήρη κυριαρχία των αγορών επί της πολιτικής, είτε από την κυριαρχία μιας συλλογικής γραφειοκρατίας ένεκα της δήθεν υπεράσπισης της ατομικής ελευθερίας, προς ικανοποίηση των επιδιώξεων κομματικών ηγεσιών που υποτίθεται ότι ενεργούν εν ονόματι του λαού;
Ποιοι ανέδειξαν την αναγκαιότητα προάσπισης των αξιών του ανθρωπισμού και του διαφωτισμού, της ελευθερίας, της δικαιοσύνης και της υπεράσπισης των ανθρώπινων δικαιωμάτων, ως απαράβατης προϋπόθεσης για την οικοδόμηση μιας πολιτικής που να αφορά τις κοινωνίες;
Όχι τους ισχυρούς ή κάποιες αυταρχικές κομματικές ηγεσίες.
Ποιοι μίλησαν για την ανάγκη να εξανθρωπίσουμε, να εκδημοκρατίσουμε την παγκοσμιοποίηση;
Ποιοι επανέφεραν ως επίκαιρο το δίλημμα «σοσιαλισμός ή βαρβαρότητα;».
Ποιοι έθεσαν το δίλημμα «ή αλλάζουμε ή βουλιάζουμε»;
Και,
Ποιοι ανέδειξαν την ανάγκη να αντιμετωπίσουμε τις παθογένειες του ιδιότυπου πελατειακού καπιταλισμού που κρατά σε ομηρία τη χώρα και τους Έλληνες;
οι άνοιξαν το δρόμο για μεγάλες προοδευτικές μεταρρυθμίσεις ως απάντηση σε αυτές τις παθογένειες που αποτέλεσαν και τις αιτίες για την κρίση;
Ποιοι μίλησαν για την πράσινη ανάπτυξη;
Ποιοι έθεσαν το ζήτημα της κλιματικής κρίσης;
Ποιοι ανέδειξαν τις προκλήσεις που φέρνουν οι μεγάλες τεχνολογικές κατακτήσεις, αλλά και το Διαδίκτυο;
Ποιοι έδειξαν τις νέες ανισότητες στην υγεία, την παιδεία, την πρόσβαση στον ψηφιακό κόσμο;
Και ποιοι πρότειναν εδώ και πολλά χρόνια λύσεις που τώρα όλο και περισσότεροι αρχίζουν να συζητούν;
Αναλογιστείτε: πόσα πράγματα είχαμε προτείνει στην ΕΕ με την εκδήλωση της κρίσης και ακόμη περιμένουμε να γίνουν πράξη παρά το ότι αναγνωρίζετε η ορθότητά τους; Από το χτύπημα των φορολογικών παραδείσων, τη ρύθμιση των αγορών, τα πράσινα ομόλογα για την ανάκαμψη της οικονομίας, τη συλλογική αντιμετώπιση των αγορών στο ζήτημα των χρεών των κρατών μελών, τη φορολόγηση των αερίων του θερμοκηπίου και ειδικά του διοξειδίου του άνθρακα, την φορολόγηση των χρηματοπιστωτικών συναλλαγών, το χτύπημα της κερδοσκοπικής πολιτικής στα cds, τις κοινές πολιτικές για την πράσινη ανάπτυξη, που θα ενοποιήσει ουσιαστικά την Ευρώπη και πολλά ακόμα.
Αναλογιστείτε: πόσα ξεκινήσαμε να κάνουμε το 2010, που αντιμετωπίστηκαν με χολή και τα οποία τώρα είτε επιχειρούν να αποδομήσουν, γιατί δεν υπηρετούν τις επιδιώξεις συμφερόντων και κατεστημένων, είτε επιχειρούν να μας πείσουν ότι είναι δικές τους ιδέες;
Τα υπενθυμίζω όλα αυτά, όχι για να ευλογήσουνε τα γένια μας, αλλά για να δούμε στην πράξη, ότι εμείς ιστορικά είμαστε μέρος της λύσης και όχι του προβλήματος.
Κοντολογίς, οι απαντήσεις που οφείλουμε να δώσουμε, είναι στρατηγικής σημασίας και δεν αφορούν το αν μπορούμε αλλά το πώς και με ποιους θα το κάνουμε.
Και βέβαια, οι απαντήσεις μας, δεν μπορούν να αφορούν το ποιος θα έχει το πάνω χέρι σε μια ιστορικής σημασίας προσπάθεια, αλλά το αν αυτή αφορά τη χώρα και τους Έλληνες.
Με απλά λόγια: ένα εγχείρημα αξιών και προγραμματικού λόγου.
Αξιόπιστη πρόταση που αλλάζει το παράδειγμα.
Που λειτουργεί απελευθερωτικά.
Θα επαναλάβω, λοιπόν, την πρότασή μου, την οποία έχω διατυπώσει εδώ και πολλά χρόνια. Μια πρόταση που ακούω τελευταία να διατυπώνουν και άλλοι, αλλά πιστεύω ότι, δεν κατανοούσαν και τα περιεχόμενά της:
Απαιτείται μια νέα κοινωνική συμφωνία, ένα πράσινο κοινωνικό συμβόλαιο, που να διασφαλίζει τη συλλογική μας πορεία προς ένα βιώσιμο μέλλον:
Και να υπηρετεί:
Την υγεία του ανθρώπου και την προστασία του περιβάλλοντος ως ενιαία οντότητα.
Την παιδεία.
Την εργασία.
Την κοινωνική ασφάλιση.
Την πρόσβαση τον ψηφιακό κόσμο, την ασφάλεια των προσωπικών δεδομένων και την ιδιοκτησία των big data.
Να λαμβάνει υπόψη και να απαντά στις σύγχρονες προκλήσεις.
Τις νέες αλλά και παλιές εντεινόμενες ανισότητες.
Την κλιματική κρίση.
Τον ψηφιακό μετασχηματισμό με έλεγχο δημοκρατικό και προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Να έχει στο επίκεντρό του τον άνθρωπο και το περιβάλλον.
Να μεριμνά για την εμβάθυνση της Δημοκρατίας και να προασπίζεται την αυτονομία της πολιτικής.
Να έχει πράσινο χρώμα.
Και να διακρίνεται από το κοινωνικό και συμμετοχικό του πρόσημο.
Κλείνοντας, θέλω να εκφράσω μια βαθιά μου επιθυμία, γιατί πιστεύω ότι είναι και εγερτήρια όσον αφορά το έργο μας:
Να σκεφτόμαστε παγκόσμια, να δρούμε τοπικά, αλλά να μην φοβόμαστε να ρίχνουμε σύνορα και στεγανά, και να μην πάψουμε ποτέ να πιστεύουμε ότι, μπορούμε να αλλάξουμε τον κόσμο.
Οι μεγάλες ιδέες, μας κάνουν καλύτερους και χρησιμότερους.
Αρκεί να πιστέψουμε στις δυνάμεις μας.
Σας ευχαριστώ.