Η διαχείριση της ισχυρής έντασης κακοκαιρίας «Ελπίδα», αν και υπήρξε έγκαιρη προειδοποίηση για την έλευσή της, υπήρξε αναποτελεσματική. Τι παρατηρούμε για τον Μηχανισμό Διαχείρισης Κρίσεων και Αντιμετώπισης Κινδύνων που η χώρα μας διαθέτει εδώ και δύο χρόνια. Με τις δασικές πυρκαγιές του 2021 δεν τα πήγαμε καθόλου καλά, με τα χιόνια δις («Μήδεια» & «Ελπίδα») επίσης δεν πήγαμε καλά, με τις πλημμύρες («Μπάλλος») όμοια, με την πανδημία ξεκινήσαμε καλά αλλά στην πορεία δεν πήγαμε και τόσο καλά όπως προκύπτει από τη στατιστική σύγκριση των ευρωπαϊκών χωρών. Η διαχείριση αυτών των κρίσεων καταδεικνύει εμφανώς τα τρωτά σημεία του υφιστάμενου συστήματος πολιτικής προστασίας για τα οποία δυστυχώς δεν γίνεται καμία προσπάθεια διόρθωσης τους. ¨Έχουμε μείνει τέσσερις φορές μετεξεταστέοι και τα μαθήματά μας δεν τα έχουμε μάθει ακόμα (Lessons not Learned ).
Η χώρα μας διαθέτει «νέο» σύστημα πολιτικής προστασίας και νέα δομή υλοποίησής του, το υπουργείο Κλιματικής Κρίσης και Πολιτικής Προστασίας. Οφείλει λοιπόν η Κυβέρνηση να το εφαρμόσει όπως έχει ψηφιστεί από το Ελληνικό Κοινοβούλιο απομπλεκόμενο από πρόσωπα και συγκεντρωτικές πρακτικές. Επίσης, έχουν εκπονηθεί τα Γενικά Σχέδια Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών και Διαχείρισης Συνεπειών και τα Περιφερειακά και Τοπικά Σχέδια των Περιφερειών και των Δήμων. Όλα τα παραπάνω έμειναν σε επίπεδο σχεδιασμού, χωρίς ουσιαστικά να καλύψουν τα κενά του προηγούμενου ανολοκλήρωτου Ν. 4249/2014 (Α’ 73), αναφορικά με τον τρόπο εκδήλωσης των σύγχρονων φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών και λοιπών απειλών. Ουσιαστικά ο Ν. 4662/20 έχει μείνει ανενεργός στη μεγάλη πλειοψηφία των διατάξεών του διότι έχει ανασταλεί η εφαρμογή του ελέω της πανδημίας COVID. Προκύπτει αβίαστα το ερώτημα τι πράττει η πολυπληθής πολιτική ηγεσία του Υπουργείου για να βελτιωθεί ο κρατικός μηχανισμός και να φτάσει στο βέλτιστο σημείο ετοιμότητας που απαιτείται για την ορθή διαχείριση κρίσεων μεγάλης έντασης όπως η «Ελπίδα»; Το υπουργείο που διαθέτει Υπουργό, Υφυπουργό, Γενικό Γραμματέα, Αναπληρωτή Γενικό Γραμματέα και Εθνικό Διοικητή Πολιτικής Προστασίας είναι αδιανόητο να προφασίζεται την πανδημία και να αδυνατεί να εκδώσει τις εξουσιοδοτικές αποφάσεις για την απρόσκοπτη υλοποίηση του νόμου δύο χρόνια μετά την ψήφιση του.
Επιστρέφοντας στη διαχείριση της «Ελπίδας» να αναφερθεί ότι η αποτελεσματική διαχείριση μίας κρίσης είναι προϊόν δράσεων που πρέπει να γίνονται σε βάθος χρόνου και βεβαίως δεν προσφέρονται όλες για επικοινωνιακή διαχείριση. Το Γενικό Σχέδιο Αντιμετώπισης Εκτάκτων Αναγκών και Άμεσης/Βραχείας Διαχείρισης των Συνεπειών από την Εκδήλωση Χιονοπτώσεων και Παγετού με την κωδική ονομασία «ΒΟΡΕΑΣ» υπήρχε στα χαρτιά όπως και πολλά άλλα Γενικά Σχέδια. Το ερώτημα είναι εάν σε κεντρικό επίπεδο αξιοποιήθηκε και εφαρμόστηκε και εάν είχαν προλάβει να το εντάξουν στον σχεδιασμό τους οι Περιφέρειες, οι δήμοι και οι υπόλοιποι εμπλεκόμενοι φορείς. Στον Κύκλο διαχείρισης καταστροφών υπάρχουν τα στάδια της πρόληψης (Prevention) και της ετοιμότητας (Preparedness) και από τη στιγμή που έχει υπάρξει έγκαιρη προειδοποίηση (Early Warning) από την ΕΜΥ για την επερχόμενη κατάσταση όφειλε η Πολιτική Προστασία και ο κατά νόμο υπεύθυνος Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας να έχει δρομολογήσει συγκεκριμένες δράσεις για την αποφυγή ή τη μείωση των επιπτώσεων του κινδύνου και την προετοιμασία για αποτελεσματική αντιμετώπιση του. Ο ν. 4662/2020 προβλέπει στο άρθρο 26 ότι λόγω επαπειλούμενου κινδύνου ή προειδοποίησης για εκδήλωση αυξημένης διακινδύνευσης συμβάντων φυσικών και τεχνολογικών καταστροφών, ο Γενικός Γραμματέας Πολιτικής Προστασίας δύναται να κηρύσσει τις επαπειλούμενες περιοχές σε Κατάσταση Ειδικής Κινητοποίησης Πολιτικής Προστασίας.
Με βάση τα ανωτέρω και το πανθομολογούμενο από τα πιο αρμόδια χείλη ότι υπήρξε πρόβλημα εφαρμογής του Γενικού Σχεδίου μας οδηγεί στο συμπέρασμα ότι η αποτυχημένη διαχείριση είτε είναι πρόβλημα λανθασμένης εκτίμησης και κακού προγραμματισμού ή/και είναι πρόβλημα του τρόπου επιλογής των στελεχών σε κρίσιμες θέσεις. Αυτό είναι ένα από τα προβλήματα, όταν τις κρίσιμες και μη, υπηρεσίες τις διοικούν πολιτικά στελέχη δεν υπάρχει καμία περίπτωση να λειτουργήσουν σωστά, ή μάλλον πιο ορθό είναι ότι τυχαία μπορεί να λειτουργήσουν σωστά. Η μεταρρύθμιση του κράτους ως κεντρικό πρόσταγμα του κάθε κόμματος που θέλει να κυβερνήσει δεν φαίνεται να αρκεί, ας συμφωνήσουν τα κόμματα του δημοκρατικού τόξου ποιες είναι οι ελάχιστα απαραίτητες μεταρρυθμίσεις, πχ τα ανώτερα διοικητικά στελέχη του δημοσίου τομέα να επιλέγονται και να αξιολογούνται με αντικειμενικές και διαφανείς διαδικασίες. Επίσης με ευθύνη τόσο της παρούσα κυβέρνησης όσο και των προηγούμενων ακόμα και σήμερα δεν λειτουργεί ανεξάρτητη αρχή πρόσληψης και αξιολόγησης διευθυντικών στελεχών σε θέσεις ευθύνης.
Ακολούθως, επαναλαμβάνονται[1] συνοπτικά τα βασικά προβλήματα του εθνικού συστήματος που απαιτούν άμεση επίλυση :
– Αναστολή εφαρμογής του τελευταίου Ν. 4662/2020
– Αρμοδιότητες συγκεχυμένες & επικαλυπτόμενες. (π.χ. των Περιφερειακών Συντονιστών Πολιτικής Προστασίας, της Γενικής Γραμματεία Πολιτικής Προστασίας και των εμπλεκόμενων Υπουργείων).
– Δομές απομονωμένες & αδύναμες. Έλλειψη επικοινωνίας & συντονισμού, με συνέπεια την αδυναμία απορρόφησης κοινοτικών κονδυλίων.
– Έλλειμμα σε εξειδικευμένα στελέχη πολιτικής προστασίας τόσο σε επίπεδο διοίκησης όσο και αιρετών (αδράνεια πολλών ετών ως προς τη λειτουργία της Εθνικής Σχολής Πολιτικής Προστασίας, Ν.4249/2014 και της Ακαδημίας Πολιτικής Προστασίας, Ν.4662/2020).
Η αντιμετώπιση των καταστροφών σίγουρα δεν είναι μια εύκολη διαδικασία και προϋποθέτει ολική διαχείριση του κινδύνου, η οποία περιλαμβάνει την πρόληψη, αλλά και την ενσωμάτωση του κοινωνικού συνόλου ήδη από το επίπεδο του σχεδιασμού της. Επειδή σκοπός δεν είναι η διαχείριση των συνεπειών των καταστροφών και η περίθαλψη των πληγέντων, γίνεται αυτονόητο ότι θα πρέπει να βελτιστοποιηθούν τα συστήματα έγκαιρης προειδοποίησης και πληροφόρησης των πολιτών για την έναρξη της καταστροφής.
Εν κατακλείδι τάχιστα αξιοποιήστε τα διδάγματά του πρόσφατου παρελθόντος και Re-engineering της Πολιτικής Προστασίας διότι το ζητούμενο για τον πολίτη είναι η μέγιστη δυνατή προστασία που μπορεί να του προσφέρει η πολιτεία από τις επιδεινούμενες φυσικές καταστροφές και τις αυξανόμενες σε αριθμό και ένταση δυσμενείς επιπτώσεις της κλιματικής κρίσης.
* Ο Μιχάλης Χάλαρης είναι Επίκουρος καθηγητής του Διεθνούς Πανεπιστημίου Ελλάδος – Υποστράτηγος Π.Σ. (ε.α.) – Διευθυντής Ερευνών σε θέματα Διακινδύνευσης, Κίνδυνων, Κρίσεων και Ασφάλειας του Θεσμοθετημένου εργαστηρίου «Ήφαιστος» – Εισηγητής στη Διαχείριση Εκτάκτων Αναγκών και στο Σχεδιασμό και εφαρμογή δράσεων πολιτικής προστασίας σε τοπικό επίπεδο στο ΕΚΔΔΑ .
—
Πηγή άρθρου: https://www.zougla.gr/