Η Συντονιστική Επιτροπή (Σ.Ε.) των «Κινήσεων Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία» (ΚΠΣ) στη συνεδρίαση της 2ης Συνόδου της 4ης Σ.Ε. ενέκρινε την ακόλουθη απόφαση:
Α. Για τον ρόλο της Σοσιαλδημοκρατίας στο διεθνές περιβάλλον .
Η αβεβαιότητα εξακολουθεί να κυριαρχεί διεθνώς τόσο στην οικονομία και την πολιτική όσο και στα θέματα περιφερειακής ασφάλειας και κλιματικής αλλαγής. Στο οικονομικό πεδίο το πολύ-αναμενόμενο , μετά την κρίση του 2008, κύμα διεθνούς ισχυρής ανάπτυξης δεν έχει έρθει ακόμη. Η πολιτική Τραμπ στις ΗΠΑ αποτελείται από έναν εκρηκτικό συνδυασμό λαϊκιστικών συνθημάτων, “post-truth” αφηγημάτων, προστατευτικής οικονομικής πολιτικής και ιδιοσυγκρασιακών και επιπόλαιων αποφάσεων που μειώνουν δραστικά το επίπεδο προβλεψιμότητας στις διεθνείς σχέσεις. Περιφερειακές συγκρούσεις όπως αυτή της Συρίας, που διαιωνίζεται, κυρίως λόγω εξωτερικής ανάμειξης των ισχυρών δυνάμεων, όχι μόνο συντηρεί κινδύνους ευρύτερης αποσταθεροποίησης αλλά και προκαλεί πρωτοφανείς προσφυγικές ροές προς την Ευρώπη τροφοδοτώντας τις δυνάμεις του λαϊκισμού και την ακροδεξιά, δημιουργώντας εσωτερικές αντιπαραθέσεις και θέτοντας περαιτέρω προσκόμματα στην διαδικασία ενωσιακής ολοκλήρωσης.
Σε αυτό το διεθνές πλαίσιο η Σοσιαλδημοκρατία, που ιστορικά υπήρξε η κατ’ εξοχήν δύναμη προόδου εκφράζοντας τα κάθε φορά «μη προνομιούχα» στρώματα, χάνει έδαφος απέναντι στις δυνάμεις του εθνολαϊκισμού. Παραμένοντας διχασμένη ανάμεσα στην δεξιά και την αριστερή της πτέρυγα, μη μπορώντας προφανώς να συλλάβει με συνεκτικό τρόπο την σύγχρονη πραγματικότητα, δέσμια των πολιτικών του παρελθόντος και φορέας ενός ξύλινου λόγου, αδυνατεί να κατανοήσει την φυσιογνωμία των «μη προνομιούχων» του σήμερα (επισφαλείς σχέσεις εργασίας, mini-jobs, ψηφιακά αναλφάβητοι, πρεκαριάτο) και να αρθρώσει πειστικό λόγο προς αυτούς. Η κατάσταση αυτή αποτυπώνεται στην πτωτική τάση των ποσοστών των άλλοτε κραταιών σοσιαλδημοκρατικών κομμάτων , που σε ορισμένες περιπτώσεις οδηγεί στην περιθωριοποίησή τους . Οι λιγοστές εξαιρέσεις (Εργατικό Κόμμα στην Μεγάλη Βρετανία και Ισπανικό Σοσιαλιστικό Κόμμα) οφείλονται μάλλον σε συγκυριακούς παράγοντες και δεν φαίνεται να συνοδεύονται από κάποια αξιοσημείωτη προγραμματική ανανέωση. Ταυτόχρονα ο ισχυρισμός των κομμάτων της ριζοσπαστικής αριστεράς πως είναι σε θέση να ανανεώσουν τις προοδευτικές πολιτικές και τον αριστερό πολιτικό λόγο διαψεύδεται οικτρά (όπως αποδεικνύεται από την προγραμματική ένδεια και την απουσία πολιτικής καινοτομίας των Σύριζα, Podemos, και Μελανσόν), αφήνοντας τους δυσαρεστημένους πολίτες έρμαιο των εθνολαϊκιστών και της ακροδεξιάς.
Οι παραπάνω εξελίξεις διαμορφώνουν ένα διεθνές περιβάλλον εξαιρετικά ολισθηρό και περιοριστικό για την άσκηση προοδευτικών πολιτικών και προοδευτικών μεταρρυθμίσεων και υποδηλώνουν την ανάγκη δραστικών αλλαγών τόσο στην πολιτική και οργανωτική φυσιογνωμία των ευρωπαϊκών Σοσιαλδημοκρατικών και προοδευτικών κομμάτων όσο και στις προγραμματικές τους κατευθύνσεις και τις παραγόμενες προτάσεις πολιτικής.
Β. Για την πολιτική κατάσταση της χώρας
Β.1. Η οικονομία
Η Ελλάδα συνεχίζει να βρίσκεται σε μια παρατεταμένη οικονομική, κοινωνική και πολιτική κρίση, με αβέβαιες τις προοπτικές διεξόδου. Η δημοσιονομική σταθερότητα συντηρείται με όλο και πιο σκληρά περιοριστικά μέτρα λιτότητας, υπερ-φορο(εισφορο)λόγησης, υπερπλεονάσματος και συρρίκνωσης του ύψους των επενδύσεων, ενώ είναι από εξαιρετικά περιορισμένες έως ανύπαρκτες οι μεταρρυθμιστικές και εκσυγχρονιστικές πολιτικές για το κράτος, τη βιώσιμη ανάπτυξη και τη βελτίωση της διεθνούς θέσης και της ανταγωνιστικότητας της οικονομίας.
Οι «Κινήσεις» εκτιμούν ότι με το τέλος των μνημονίων ξεκινά μια δύσκολη και μακρά πορεία για να αντιμετωπιστούν τα μείζονα θέματα του τόπου. Η θεωρία της καθαρής εξόδου από τα μνημόνια, δεν ήταν παρά μια ακόμη αυταπάτη που κινείται στις γνωστές καταστροφικές λογικές εντυπωσιασμού και οπισθοδρόμησης με παλαιοκομματικές πρακτικές λαϊκισμού και πελατειακών σχέσεων, καλλιεργώντας φρούδες προσδοκίες παροχών και κρατισμού.
Η χώρα μας χρειάζεται αυτοδέσμευση για ουσιαστικές μεταρρυθμίσεις στην δημόσια διοίκηση με άξονα την εισαγωγή σύγχρονων μεθόδων διοικητικού προγραμματισμού και αξιολόγησης των επιδόσεων των υπηρεσιών και των προϊσταμένων τους. Είναι ορατή η άμεση ανάγκη για την απλούστευση και εν συνεχεία ψηφιοποίηση των βασικών διαδικασιών του δημόσιου τομέα, με σύνθημα «η παραδοσιακή γραφειοκρατία μας οδηγεί στην ψηφιακή γραφειοκρατία!»
Η χώρα μας χρειάζεται επειγόντως μια στροφή στη ανάπτυξη και ένα επενδυτικό σοκ που θα τροφοδοτήσει υψηλούς ρυθμούς ποιοτικής οικονομικής μεγέθυνσης. Η ανάπτυξη αποτελεί σήμερα απόλυτη προτεραιότητα για τη χώρα και προϋποθέτει την διαμόρφωση ενός νέου αναπτυξιακού προτύπου που θα επιτρέψει την αλλαγή του επιχειρηματικού και επενδυτικού κλίματος μέσα από πολιτικές στήριξης της ανταγωνιστικότητας, της καινοτομίας, της κυκλικής οικονομίας, της έρευνας, των νέων δεξιοτήτων, του ψηφιακού μετασχηματισμού, της εξωστρέφειας και της γρήγορης προσαρμογής στο νέο παγκοσμιοποιημένο περιβάλλον και στα νέα δεδομένα της 4ης βιομηχανικής επανάστασης.
Η κυβέρνηση και το πολιτικό σύστημα γενικότερα θα πρέπει να ενημερώσουν και να κινητοποιήσουν τις παραγωγικές δυνάμεις και να κάνουν συμμέτοχο την κοινωνία σε μια νέα πορεία ανάκαμψης και ανασυγκρότησης. Να διαμορφώσουν όρους και προϋποθέσεις συναίνεσης σε μια τέτοια πορεία για να αρθεί η πολιτική αβεβαιότητα, να αποκτήσει η χώρα ένα σύγχρονο, αντιγραφειοκρατικό, μεταρρυθμισμένο κράτος και να επικρατήσει μια νέα κουλτούρα αποτελεσματικότητας για την έξοδο από την κρίση με όρους βιώσιμης ανάπτυξης και και κοινωνικής συνοχής.
Β.2. Για τις περιφερειακές σχέσεις
Στην Τουρκία η απρόβλεπτη και επισφαλής πολιτική συμπεριφορά του Ερντογάν και του κυβερνώντος κόμματός του γεννά σοβαρούς κινδύνους περιφερειακών εντάσεων που επηρεάζουν άμεσα την χώρα μας. Προσανατολίζοντας την πολιτική μας απέναντι στην γείτονα με βάση τις αρχές της καλής γειτονίας και της ειρηνικής επίλυσης των διαφορών θα πρέπει ταυτόχρονα να διατηρήσουμε ακέραιη και να ενισχύσουμε την επιχειρησιακή ικανότητα των ενόπλων μας δυνάμεων αλλά και να αξιοποιήσουμε όλους του διεθνείς θεσμούς προωθώντας τις εθνικές μας θέσεις, συστηματικά και ορθά θεμελιωμένες στο διεθνές δίκαιο .
Όσον αφορά τις εξελίξεις στο Μακεδονικό, η συμφωνία μεταξύ Ελλάδας και πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας κινείται σε θετική κατεύθυνση, καθώς έχει σημαντικά σημεία που ανταποκρίνονται στην εθνική γραμμή. Συγκεκριμένα, η συμφωνία προβλέπει σύνθετη ονομασία με γεωγραφικό προσδιορισμό, erga omnes, με διεθνή συμφωνία και αναθεώρηση του Συντάγματος με δεσμευτικές εγγυήσεις, για να αποτραπούν τα ζητήματα αλυτρωτισμού.
Είναι βέβαια δεδομένο ότι η συμφωνία για το Μακεδονικό αποτελεί ένα συμβιβασμό και ως τέτοιος δεν μπορεί να ικανοποιεί απόλυτα καμία πλευρά. Συνεπώς οι πανηγυρισμοί από την πλευρά του ΣΥΡΙΖΑ δεν ανταποκρίνονται στην ανάγκη μιας υπεύθυνης στάσης.
Η υλοποίηση της συμφωνίας πλέον δεν εξαρτάται από την Ελλάδα, αλλά κυρίως από τις ενέργειες της γειτονικής χώρας. Η FYROM μένει να αποδείξει ότι μπορεί να εφαρμόσει αυτά που υπέγραψε.
Εμείς, έχουμε τονίσει επανειλημμένως ότι θέλουμε βιώσιμη λύση κοινά αποδεκτή και από τις δύο πλευρές. Παράταση του σημερινού τέλματος ενέχει τον κίνδυνο να εξυπηρετήσει μόνο τα Σκόπια, μέσα από τη de facto μονοπώληση του ονόματος «Μακεδονία».
Διαχρονικά εξάλλου, ο ευρύτερος πολιτικός μας χώρος επιχείρησε την επίλυση του προβλήματος, πρόβλημα που συντήρησε και επέτεινε η πολιτική της Νέας Δημοκρατίας στην προσπάθειά της να κατευνάσει την ακροδεξιά της πτέρυγα
Β.3. Για την εσωτερική πολιτική σκηνή
Τα εσωτερικά πολιτικά προβλήματα που δημιουργεί η ετερόκλητη κυβερνητική συμμαχία ΣΥΡΙΖΑ-ΑΝΕΛ οξύνονται με τη διχαστική ρητορική της, τις μικροκομματικές πρακτικές και την «ελαστική» αντιμετώπιση των θεσμών. Κύριος στόχος την «κατάκτηση» του κράτους με την αντιδημοκρατική λογική «Πήραμε την Κυβέρνηση αλλά όχι την Εξουσία» και σε μια πρακτική «επίθεσης στα χειμερινά ανάκτορα» που την οδηγεί σε απόλυτα παλαιοκομματικές πρακτικές με κύριο ενδιαφέρον την εδραίωσή της ως κόμμα εξουσίας.
Η ψευδεπίγραφη «Πρώτη Φορά Αριστερά» του ΣΥΡΙΖΑ τροφοδοτεί έντονα τον κίνδυνο διχασμού της ελληνικής κοινωνίας. Σε όλη την σύγχρονη, μεταπολιτευτική, περίοδο η ελληνική Αριστερά όχι μόνο δεν δίχασε, αλλά είχε το θάρρος, με τον Λεωνίδα Κύρκο και τον Χαρίλαο Φλωράκη, να στηρίξει και να χειροκροτήσει την εθνική συμφιλίωση που ο Ανδρέας Παπανδρέου έκανε πράξη ενώ μεγάλο μέρος της ανανεωτικής Αριστεράς υποστήριξε ανοικτά τις μεταρρυθμιστικές πολιτικές του Κώστα Σημίτη.
Από την άλλη μεριά, η ΝΔ ολοένα και περισσότερο βυθίζεται σε αναχρονιστικές, συντηρητικές επιλογές που δεν προσφέρουν λύσεις στα προβλήματα και προκλήσεις που αντιμετωπίζει η χώρα. Η ΝΔ είναι ο ιδεολογικός μας αντίπαλος, εκφράζει την συντήρηση και την οπισθοδρόμηση. Ήταν απούσα και τις περισσότερες φορές απέναντι στις μεγάλες μεταρρυθμιστικές τομές που έγιναν από την κεντροαριστερά στην ελληνική κοινωνία.
Ήταν αυτή που πρώτη έσυρε το χορό του λαϊκισμού με τα Ζάππεια, παρότι ευθύνεται για την καταστροφική πολιτική της πενταετίας Καραμανλή που οδήγησε την χώρα στην κρίση και στα μνημόνια.
Είναι αυτή που δεν μίλησε ποτέ για τις δικές της ευθύνες στην δημιουργία πελατειακού κράτους και στην στρέβλωση των θεσμών, είναι αυτή που παραμένει άφωνη στις προτροπές ακροδεξιών φωνών για θεσμική αποβολή της Αριστεράς από την πολιτική ζωή της χώρας.
Η ήττα του ΣΥΡΙΖΑ στις επόμενες εκλογές θα πρέπει να είναι πρωτίστως ήττα του κρατισμού, του λαϊκισμού, του συντηρητισμού και του διχασμού που σε μεγάλο βαθμό εκφράζονται και από τη Ν.Δ. και σε αυτό θα πρέπει να συμβάλουν όλες οι ευρωπαϊκού προσανατολισμού δημοκρατικές δυνάμεις.
Για να καταστεί έτσι δυνατή, η εθνική συνεννόηση για την έξοδο της χώρας και της κοινωνίας από την κρίση και την παρακμή και να αναχαιτιστούν οι ακραίες αντι-ευρωπαϊκές και εθνολαϊκιστικές δυνάμεις και συμπεριφορές.
Β. Για το Κίνημα Αλλαγής
Έγιναν σημαντικά βήματα τον τελευταίο χρόνο για να ξεπεράσει ο χώρος την πολυδιάσπαση και την αποδυνάμωση του, με κατάληξη τη δημιουργία του Κινήματος Αλλαγής, ως νέου φορέα.
Η ιδιαίτερα υψηλή συμμετοχή στις κάλπες για την εκλογή επικεφαλής που προηγήθηκε του Συνεδρίου, δημιούργησε μεγάλες προσδοκίες στο ευρύτερο χώρο. Η αποχώρηση του Ποταμιού από το Κίνημα Αλλαγής δεν ήταν θετική εξέλιξη. Ο στόχος ενός ισχυρού αυτόνομου φορέα της σοσιαλδημοκρατίας ικανού να ανατρέψει τους πολιτικούς συσχετισμούς δεν υπηρετείται από την απουσία. Οι διαφορετικές πολιτικές απόψεις δεν δικαιολογούν την αποχώρηση καθώς αυτή οδηγεί στο αντίθετο από το επιδιωκόμενο αποτέλεσμα. Ταυτόχρονα, τα μονοψήφια ποσοστά των δημοσκοπήσεων θα πρέπει να προβληματίσουν σοβαρά όχι μόνο τις ηγεσίες τόσο του ΚΙΝΑΛ όσο και του Ποταμιού αλλά όλους τους κεντρο-αριστερούς και προοδευτικού πολίτες.
Είναι άμεση η ανάγκη να επιταχυνθεί η υπέρβαση των σημερινών κομμάτων και κινήσεων που συγκροτούν το Κίνημα Αλλαγής, με την πολιτική και οργανωτική ενοποίηση του νέου φορέα και τη δημιουργία ενός κανονικού κόμματος με ενιαίες λειτουργίες και ανανέωση της πολιτικής και της φυσιογνωμίας του. Ενός κόμματος που καλείται να κατανοήσει και να διαχειριστεί τα διακυβεύματα του 21ου αιώνα και να απαλλαγεί από τα ιστορικά ξεπερασμένα διλήμματα, τις αντιθέσεις των δεκαετιών του ’80 και ’90 και τις παθογένειες του πολιτικού συστήματος.
Το εγχείρημα του Κινήματος Αλλαγής επεδίωξε και επιδιώκει να εκφράσει τον ευρύτερο χώρο της κεντροαριστεράς, της σοσιαλδημοκρατίας, του μεταρρυθμιστικού κέντρου, της ανανεωτικής αριστεράς και της πολιτικής οικολογίας. Σε αυτό το πλαίσιο παραμένουμε σταθεροί στη συνεδριακή μας απόφαση για την υλοποίηση του οδικού χάρτη προς έναν ενιαίο φορέα.
Το Κίνημα Αλλαγής οφείλει να κινηθεί με αντίληψη πλουραλισμού και ενότητας και να αποδείξει ότι μπορεί να εδραιωθεί στην κοινωνία ως ένας ευρύτερος νέος πολιτικός φορέας που υπερβαίνει την ιστορική διαδρομή των κομμάτων που τον συγκροτούν. Έτσι μόνο θα αποκτήσει νέα ακροατήρια και πολυσυλλεκτική ικανότητα.
Το Κίνημα Αλλαγής καλείται σε πολύ σύντομο χρόνο να κάνει πολλά βήματα για να εμπεδώσει ένα πραγματικό νέο πρόσωπο ορθολογισμού και ουσίας, με ουσιαστική εσωκομματική δημοκρατία και συμμετοχικές διαδικασίες για να κατακτήσει έτσι ένα αυτόνομο ρόλο στο πολιτικό σκηνικό σε ιδεολογική, πολιτική και προγραμματική αντιπαράθεση με τις άλλες πολιτικές δυνάμεις και απαλλαγμένο από λογικές ετεροκαθορισμού και ευκαιριακών συμμαχιών. Μόνο μέσα από αυτό το δρόμο ανοίγεται η δυνατότητα πραγματικών συναινέσεων για τις σημαντικές μεταρρυθμίσεις που έχει ανάγκη η χώρα και την αντιμετώπιση των δυσκολιών και των αβεβαιοτήτων της μεταμνημονιακής εποχής.
Γ. Για μια δημιουργική συνέχιση της δράσης των Κινήσεων Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία
Οι «Κινήσεις» εργάζονται για την ενίσχυση του Κινήματος Αλλαγής, προκειμένου να καταστεί η πρωταγωνιστική δύναμη στην Ελληνική πολιτική σκηνή και να προωθήσει τη στρατηγική της εθνικής συνεννόησης. Η συνέχιση της προσπάθειας για την ενότητα, την προγραμματική ανανέωση και την οργανωτική συγκρότηση του χώρου, μέχρι να αποκτήσει ένα κανονικό, αξιόπιστο, ενιαίο, πολυτασικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα ευρωπαϊκού τύπου, διαμορφώνει το πεδίο δράσης και των «Κινήσεων» στο επόμενο διάστημα και το έδαφος προσέλκυσης και πολλών άλλων ενεργών πολιτών στις λειτουργίες των «Κινήσεων».
Χρειάζονται όμως κάποιες προϋποθέσεις και ειδικότερα:
–Συνέχιση της συμμετοχής των Κινήσεων Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία στο Κίνημα Αλλαγής με ρόλο ενεργό, αυτόνομο, θεσμικά διακριτό, ως συλλογικότητα και ως φορέας μιας νέας πολιτικής κουλτούρας απέναντι στα φαινόμενα που συνεχίζουν να αναπαράγουν τις εσωκομματικές παθογένειες και πρακτικές.
-Συμβολή στη διαμόρφωση, μαζί με άλλους, με κριτικό και θετικό τρόπο και όχι με στείρα εσωκομματική αντιπολίτευση, την ιδεολογική και προγραμματική πλατφόρμα της σύγχρονης ανανεωτικής και μεταρρυθμιστικής σοσιαλδημοκρατίας, για να προσελκύσουμε όσους αναζητούν την πολιτική αυτονομία και καινοτομία εντός και εκτός Κινήματος Αλλαγής.
– Συμμετοχή των «Κινήσεων» σε όλα τα όργανα του Κινήματος Αλλαγής που προβλέπει το Καταστατικό μας κι αξιοποίηση αυτών των θέσεων ευθύνης που ανατίθενται, παρά τις οποιεσδήποτε επιφυλάξεις μας για τις διαδικασίες που ακολουθούνται, γιατί προέχει το να είμαστε παρόντες και να θέτουμε, χωρίς να αποσιωπούμε, θέματα δημοκρατίας και πολιτικής ουσίας.
-Οργάνωση της επικοινωνίας και προβολής των «Κινήσεων», με δημόσια διατύπωση απόψεων στα ζητήματα επικαιρότητας, προώθηση των θέσεων στα όργανα και τις επιτροπές του Κινήματος Αλλαγής και οργάνωση δημόσιων εκδηλώσεων προγραμματικού πολιτικού χαρακτήρα σε συνεργασία, όπου είναι δυνατόν, με άλλες δυνάμεις και φορείς της κεντρο-αριστεράς, του προοδευτικού μεταρρυθμιστικού κέντρου, της πολιτικής οικολογίας και των αριστερών της ανανέωσης, στοχεύοντας στην υπέρβαση των διαφορών και της οργανωτικής πολύ-κατάτμησης στην προοπτική σύγκλισης όλων των δυνάμεων του ενδιάμεσου χώρου.
– Η Σ.Ε. ανανεώνει την εντολή της στην 3μελή Ομάδα Επαφής (Θ.Καρούνος, Θ. Τσέκος, Μ. Χάλαρης) για να συνεχίσουν και στη νέα περίοδο τη διαδικασία επικοινωνίας και διαλόγου με όλες τις δυνάμεις, φορείς, συνιστώσες του χώρου, κατά προτεραιότητα με τις ιδεολογικο-πολιτικά συγγενείς δυνάμεις, με στόχο την επίτευξη κοινών προσεγγίσεων και συντονισμού ενεργειών, όπου τούτο είναι επιθυμητό και εφικτό.