Στο ίδιο κάδρο των ευθυνών για την κατάντια της χώρας συχνά τοποθετούνται όλοι οι πρωθυπουργοί της μεταπολίτευσης, με προεξέχοντες τους πρωθυπουργούς που υπέγραψαν τα μνημόνια. Μας διαφεύγει δυστυχώς ότι δεν φταίει απαραίτητα αυτός που υπογράφει το μνημόνιο αλλά αυτός που δημιουργεί την ανάγκη για μνημόνιο. Με άλλα λόγια, δεν φταίει ο πρωθυπουργός που ζητά δανεικά απελπισμένα αλλά αυτός που δημιουργεί την απελπισία και την ανάγκη για δανεικά. Δύο είναι, μάλιστα, οι πρωθυπουργοί που θα μείνουν στην ιστορία για τη συμβολή τους στην ανάγκη για υπογραφή μνημονίων: ο Καραμανλής και ο Τσίπρας.
Θα μου πείτε, γιατί φταίει ο Καραμανλής και όχι οι προηγούμενοι; Ας ξεκινήσουμε από το σημείο μηδέν, το τέλος του 2009, όταν τα έξοδα του κράτους έδειχναν να υπερβαίνουν κατά πολύ τα έσοδα του κράτους (εκ των υστέρων διαπιστώθηκε ότι το έλλειμμα ήταν άνω του 15% του ΑΕΠ, δηλαδή της αξίας όλων των τελικών αγαθών και υπηρεσιών). Για να καλυφθεί αυτό το έλλειμμα χρειαζόταν απότομος και υπέρογκος δανεισμός.
Σε ένα ήδη χρεωμένο κράτος, οι αγορές θα δίσταζαν να καλύψουν τα ποσά που χρειάζονταν. Για την ακρίβεια, θα ζητούσαν υψηλά επιτόκια για να το πράξουν. Για αυτό ακριβώς τελικά στραφήκαμε στους εταίρους μας. Αυτοί θα μας δάνειζαν με χαμηλότερα επιτόκια, υπό τον όρο ότι η Ελλάδα θα έβαζε σε σειρά τα οικονομικά της. Ποιο όμως ήταν το βασικό αίτιο που θα έκανε τις αγορές να κλείσουν τις στρόφιγγες; Το 15% έλλειμμα ή το ήδη υπάρχον χρέος; Η απάντηση είναι απλή: έφταιγε το 15% έλλειμμα.
Παρόλο που το χρέος, ως ποσοστό του ΑΕΠ, είχε αυξητική τάση μέχρι το 1993, έκτοτε είχε παραμείνει σχετικά στάσιμο (πάντα ως ποσοστό του ΑΕΠ). Όσα λάθη και να καταλογίσουμε στους κυβερνώντες προ του 1993, σε εποχές που οι συνθήκες ήταν τελείως διαφορετικές, η αλήθεια είναι ότι όποτε το χρέος ξέφευγε από τα όρια και γεννιόταν υποψία κινδύνου χρεοκοπίας, οι πρωθυπουργοί τράβαγαν τα χαλινάρια. Θα θυμάστε πόσες φορές στη μεταπολίτευση ακούστηκε ο όρος «μέτρα λιτότητας».
Ο μόνος που κυβέρνησε σαν να μην υπήρχε αύριο ήταν ο Κώστας Καραμανλής. Όταν έπρεπε να τραβήξει τα χαλινάρια, ο Καραμανλής σφύριζε αδιάφορα μέχρι εντέλει να επιλέξει να αποδράσει και να αρκεστεί ότι είπε την αλήθεια την ύστατη ώρα. Ποτέ δεν την είπε βέβαια ως πραγματικά είχε. Εδώ να σημειώσουμε ότι συνεχίζει να την αποκρύπτει ο Κυριάκος Μητσοτάκης με τη Συμφωνία (Απόκρυψης) Αλήθειας που ευαγγελίζεται.
Γιατί όμως φταίει ο Καραμανλής και όχι οι αμέσως επόμενοι πρωθυπουργοί; Ο Παπανδρέου, δηλαδή, δεν έχει ευθύνη; Βεβαίως έχει, στο βαθμό που οι αρχικοί του υπολογισμοί και η νοοτροπία του «Λεφτά υπάρχουν» καθυστέρησαν τη λήψη μέτρων. Η ταχύτητα στη λήψη μέτρων είναι άλλωστε που διαφοροποιεί συχνά τον πετυχημένο από τον αποτυχημένο ηγέτη.
Το ίδιο ισχύει για το Σαμαρά. Η αντιμνημονιακή του ρητορική δεν μπορούσε να αντιστραφεί αρκετά γρήγορα ώστε να ενισχύσει τις απαραίτητες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις. Παπανδρέου και Σαμαράς δίστασαν να πληρώσουν το πολιτικό κόστος νωρίς ώστε να ωφελήσουν τη χώρα. Ποτέ μάλιστα δεν εξήγησαν ότι δεν φταίει τόσο η «κακή» Ευρώπη για τα προβλήματά μας, όσο η κακή δημοσιονομική μας διαχείριση.
Σε κάθε περίπτωση, στόχος και των δυο προηγούμενων μνημονιακών πρωθυπουργών ήταν να μειώσουν το υπέρογκο έλλειμμα του 15% του ΑΕΠ που άφησε ο Καραμανλής στη χώρα, ακόμη κι αν δεν αποδείχθηκαν απόλυτα πετυχημένοι στο έργο τους. Με άλλα λόγια, τράβηξαν τα χαλινάρια, ως όφειλαν ως υπεύθυνοι πρωθυπουργοί.
Κι ο Τσίπρας; Έδειξε την υπευθυνότητα των άλλων δύο μνημονιακών πρωθυπουργών; Σε καμία περίπτωση. Ο Τσίπρας αποτελεί μοναδική περίπτωση ανευθυνότητας στην ελληνική ιστορία. Ποτέ άλλοτε δεν αφέθηκε πρωθυπουργός σε τέτοια μνημειώδη αυταρέσκεια, τέτοια οίηση με τόσο καταφανώς αναντίστοιχα πνευματικά και ψυχικά προσόντα.
Ποτέ ξανά δεν υποσχέθηκε πρωθυπουργός τα πάντα στους πάντες σε μια εποχή που ήταν ακόμη απαραίτητο να τραβάει τα χαλινάρια (έστω και για μικρό χρονικό διάστημα, όσο χρειαζόταν για να σταθεροποιηθεί το πλεόνασμα και να ενδυναμωθεί ο θετικός ρυθμός ανάπτυξης που παρέλαβε από τους προκατόχους του). Θεώρησε, με την μεγαλεπήβολη ριζοσπαστική του προσέγγιση και την διαπραγματευτική του ψευτοδεινότητα, ότι οι Ευρωπαίοι θα καλύψουν τα ελλείμματα της χώρας και τις ιδεοληπτικές αριστερές του ονειρώξεις. Η πραγματικότητα όμως συνέθλιψε τις φαντασιώσεις του και, μαζί τους, τα όνειρα του ελληνικού λαού.
Η χώρα παραμένει μεταξύ φθοράς και αφθαρσίας και κινδυνεύει να επιστρέψει στα ελλείμματα και τη βαθιά ύφεση. Όσο ο λαός δεν καταλαβαίνει τις αιτίες της καταστροφής τόσο πιο δύσκολο θα είναι να βγούμε από το τέλμα.
Καραμανλής και Τσίπρας είναι οι προσωποποιήσεις των σφαλμάτων μας. Ενσαρκώνουν τις σκοτεινές στιγμές του έθνους μας, όταν επιλέξαμε να αφεθούμε ολοκληρωτικά σε μια ελληναράδικη, ψευτοπατριωτική, ρουσφετολογική, αυτοεξυπηρετική μεροληψία που μας βύθισε στο σκοτάδι. Το μόνο εύκολο πλέον είναι να απαλλαγούμε από τον Τσίπρα, όπως απαλλαχτήκαμε από τον Καραμανλή. Το δύσκολο είναι να ξεριζώσουμε τη νοοτροπία που ανέδειξε αυτούς τους ηγέτες και μας οδήγησε στην καταστροφή.
—
Πολύ εύστοχο το άρθρο. Να προσθέσω ότι τα κοινά τους στοιχεία που διαπιστώνονται στο άρθρο οδήγησαν και σε μεταξύ τους “συνεργασία”, βλέπε εκλογή Παυλόπουλου στη θέση του Προέδρου της Δημοκρατίας, “συμβουλές” στον Τσίπρα το καλοκαίρι του 2015 κλπ.