Ένας μεγάλος αριθμός συνέδρων, προερχόμενων από τον σοσιαλιστικό χώρο, το προοδευτικό κέντρο και την ανανεωτική αριστερά θα συνομιλήσει επί τριήμερο και θα συναποφασίσει για την συγκρότηση του νέου φορέα της σοσιαλδημοκρατίας, στην χώρα μας.
Η σοσιαλδημοκρατία κατανοώντας ιστορικά πως η διεύρυνση και ολοκλήρωση της δημοκρατίας ήταν ταυτόχρονα προϋπόθεση και ουσία της πολιτικής και κοινωνικής χειραφέτησης υπήρξε μια από τις κορυφαίες δυνάμεις εξανθρωπισμού της παγκόσμιας ιστορίας. Συνδυάζοντας την δημοκρατία με την καινοτόμο δύναμη της αγοράς αλλά και με τις πολιτικές κοινωνικής εξισορρόπησης σε ένα πλαίσιο που δεν κυριαρχούσαν η τυχαιότητα, και η ισχύς αλλά ο σχεδιασμός και η ισορροπία, συνέβαλε, όπου κυριάρχησε πολιτικά, στην παραγωγή ενός πρωτόγνωρου επιπέδου υλικής ευημερίας με ταυτόχρονη διεύρυνση των κοινωνικών στρωμάτων που επωφελούνταν από αυτήν.
Τα εργαλεία για το επίτευγμα αυτό ήταν τρία: δημοκρατική διαδικασία, αναδιανεμητικές πολιτικές, οικονομικός και κοινωνικός σχεδιασμός, πάντοτε σε μια λογική ελεύθερης βούλησης και δράσης. Η σοσιαλδημοκρατία υπήρξε ο ουσιαστικός παραγωγός των φιλελεύθερων ιδεών και πρακτικών στο πολιτικό επίπεδο. Αυτήν την παράδοση θα πρέπει η σύγχρονη κεντρο-αριστερά να αξιοποιήσει προσαρμόζοντάς την στις τρέχουσες συνθήκες
Σ’ αυτή την κατεύθυνση, το ιδρυτικό συνέδριο και οι διεργασίες που θα επακολουθήσουν καλούνται να δώσουν πειστικές απαντήσεις σε μια σειρά από κρίσιμα πολιτικά ζητήματα.
Από το συνέδριο πρέπει να προκύψει ένα κόμμα σύνθεσης. Ένα κόμμα που δεδηλωμένα φιλοδοξεί να εκπροσωπήσει πολίτες με διαφορετικές ιδεολογικές αφετηρίες -σοσιαλδημοκράτες, ανανεωτικούς αριστερούς και προοδευτικούς κεντρώους- είναι υποχρεωμένο να λειτουργεί με συνθέσεις και ισορροπίες. Το νέο κόμμα της σοσιαλδημοκρατίας για να συμβάλει στην ουσιαστική ανασυγκρότηση όχι μόνο του κεντρο-αριστερού χώρου αλλά και του πολιτικού συστήματος της χώρας γενικότερα, θα πρέπει να τονίσει τον ανοικτό και συμμετοχικό χαρακτήρα του και την μη δέσμευση από τα αρνητικά φορτία του παρελθόντος. Τα πλεονεκτήματα αυτά θα πρέπει να αναδειχθούν μέσα από πολιτικές πρωτοβουλίες που θα εστιάζονται όχι στις κατανομές ποσοστών στα όργανα αλλά στην οραματική ανανέωση και την προγραμματική επεξεργασία. Η προγραμματική σύγκλιση συνεπάγεται ανοικτό διάλογο χωρίς a priori αποκλεισμούς. Κριτήριο συστράτευσης δεν πρέπει να αποτελεί η προέλευση αλλά ο προορισμός: η επεξεργασία εφαρμοσμένων πολιτικών σε προοδευτική κατεύθυνση με ορθολογισμό και την νηφαλιότητα.
O νέος φορέας πρέπει να διαμορφώσει και νέους τρόπους παραγωγής πολιτικής Αν το κέντρο βάρους των ζυμώσεων εστιαστεί στην συγκυρία και μόνον, ήτοι τις εκλογικές συγκλίσεις και τις κυβερνητικές συμμαχίες, τότε θα περιοριστεί το εύρος της προγραμματικής συζήτησης και της ανανέωσης των ιδεών. Κάτι τέτοιο θα υποσκάψει την ουσία του εγχειρήματος. Η ιδεολογική και προγραμματική ανανέωση θα προέλθει μόνο μέσα από τον σχεδιασμό εφαρμόσιμων πολιτικών σε έναν συστηματικό διάλογο με την κοινωνία και την παραγωγή. Στην κατεύθυνση αυτή σημαντικός οργανωτικός ρόλος πρέπει να εκχωρηθεί στους τομείς πολιτικής , τις θεματικές οργανώσεις και τα δίκτυα. Οι παραδοσιακού τύπου τοπικές οργανώσεις γεννούν ομαδοποιήσεις γύρω από προσωπικές φιλοδοξίες και μονοδιάστατα εκλογικό προσανατολισμό. Για να υπάρξει ανανέωση πολιτικής απαιτείται καταστατική και οργανωτική καινοτομία.
O νέος φορέας πρέπει να πείσει την κοινωνία για την ορθότητα και εφικτότητα των προτάσεών του και όχι να λέει στον καθέναν αυτό που θέλει να ακούσει. Το πρώτο συνιστά πολιτική ελκυστικότητα. Το δεύτερο πολυσυλλεκτικότητα. Η πολυσυλλεκτικότητας κατά κανόνα οδηγεί σε δραστικούς συμβιβασμούς σε ζητήματα αρχών, προσανατολίζει σε εκλογικές προτεραιότητες και αποστερεί το κόμμα από την δυνατότητα λήψης ριζοσπαστικών αποφάσεων, παραγωγής ανατρεπτικά καινοτόμων πολιτικών αλλά και από τον διαπαιδαγωγητικό ρόλο που οφείλει να παίζει προς την κοινωνία.
O νέος φορέας πρέπει, τέλος, να αποτελέσει μέρος των ευρωπαϊκών πολιτικών διεργασιών. Ορίζοντας της ανασυγκρότησης δεν μπορεί και δεν πρέπει να είναι η ελληνική πολιτική σκηνή. Ούτε ασφαλώς η ιδεολογική ζύμωση και οι προγραμματικές αναζητήσεις αλλά ούτε καν τα πολιτικά διακυβεύματα δεν περιορίζονται πλέον σε εθνικά πλαίσια. Ο διάλογος για την σοσιαλδημοκρατία στην Ελλάδα αποκτά νόημα και προοπτική ως μέρος ενός ευρύτερου διαλόγου για την ευρωπαϊκή προοδευτική πολιτική. Άλλωστε η κρίση της σοσιαλδημοκρατίας αφορά την Ευρώπη συνολικά.
Το εγχείρημα είναι μείζον, τα πολιτικά του διακυβεύματα σημαντικά και οι ενδεχόμενες επιπτώσεις τους για την χώρα βαρύνουσες. Το ζητούμενο από μια νέα ελληνική σοσιαλδημοκρατία είναι η διαμόρφωση ενός καινούργιου υποδείγματος κοινωνικό-οικονομικής ανάπτυξης και διακυβέρνησης. Μιας πρότασης προοδευτικής πολιτικής για τον 21ο αιώνα. Η σοσιαλδημοκρατική ανασυγκρότηση, για να υπάρξει, πρέπει να είναι πρωτίστως ιδεολογική και προγραμματική.
Ο κ. Θεόδωρος Ν. Τσέκος είναι αναπλ. Καθηγητής Δημόσιας Διοίκησης, Μέλους της Γραμματείας των Κινήσεων Πολιτών για την Σοσιαλδημοκρατία και της ΟΕΣ του Κινήματος Αλλαγής