Η Ελλάδα ορθώς επίσης αντιτάχθηκε στις προσπάθειες διακοπής των ενταξιακών διαπραγματεύσεων Οι γέφυρες επικοινωνίας μεταξύ Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας και η προοπτική ένταξης θα πρέπει να παραμείνουν ανοιχτές (και) ως μέσο πίεσης για την επιστροφή της Τουρκίας στη δημοκρατική κανονικότητα. Το επισήμανε πρόσφατα και ο Γερμανός υπουργός Ευρωπαϊκών υποθέσεων Μ. Ρότ (SPD). Η διακοπή των σχέσεων δεν θα εξυπηρετούσε κανένα χρήσιμο στόχο. Το αντίθετο, θα έσπρωχνε πιθανότατα την Τουρκία σε ακόμη αυταρχικότερες πρακτικές και σπασμωδικές ενέργειες στην εξωτερική της πολιτική. Η πρόσκληση όμως για επίσκεψη του Ερντογάν, ως εάν να μη συμβαίνει τίποτα, ξεπερνά κάθε θεμιτό όριο. Δείχνει ότι η εξωτερική πολιτική της κυβέρνησης στερείται από οποιοδήποτε ηθικό περιεχόμενο. Είναι τυφλή πολιτική ρεαλισμού, εξυπηρέτησης (ή δήθεν εξυπηρέτησης) συμφερόντων παρά πολιτική αξιών όπως θα πρέπει να (επιδιώκει να) είναι η πολιτική μιας (υποτίθεται) αριστερής κυβέρνησης που δεν χάνεται σε στεγνό ρεαλισμό. Αλλά δεν είναι το μόνο ενοχλητικό σύμπτωμα πολιτικής άνευ αξιών. Οι γλοιώδεις έπαινοι του Έλληνα πρωθυπουργού στον Ντ. Τραμπ – έπαινοι που απολύτως κανένας άλλος Ευρωπαίος ηγέτης δεν έχει απευθύνει– αποτελούν ένα επιπλέον σύμπτωμα ηθικά ανερμάτιστης συμπεριφοράς έξω από αξίες και όρια. Όπως άλλωστε και η κυβερνητική επιλογή να μπλοκάρει τη Δήλωση της ΕΕ για την καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα και η πώληση όπλων στη Σ. Αραβία
Μια επίσκεψη εργασίας στο πλαίσιο μιας ήδη προδιαγεγραμενης διαδικασίας θα μπορούσε να γίνει ανεκτή ως αναγκαίο κακό. Η συγκεκριμένη όμως επίσκεψη ξεφεύγει από τη λογική αυτή. Είναι – επιεικώς – πέρα για πέρα άκαιρη. Εκτός ίσως εάν κάποιοι βλέπουν στο πρόσωπο του Ερντογάν πολιτιικά πρότυπα συμπεριφοράς άξια για μίμηση;
Ο Π.Κ. Ιωακειμίδης είναι καθηγητής Ευρωπαϊκής Πολιτικής στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και μέλος της Συντονιστικής Γραμματείας των “Κινήσεων Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία”