Καθώς την Τετάρτη 15 Μαρτίου ανοίγει ο πλέον αβέβαιος εκλογικός κύκλος στην Ευρώπη, με την εκλογική αναμέτρηση στην Ολλανδία (για να ακολουθήσουν αυτές στη Γαλλία και στη Γερμανία και ενδεχομένως στην Ιταλία) το ερώτημα που ανακύπτει είναι: «πού πάει πολιτικά η Γηραιά Ήπειρος;». Ένα είναι βέβαιο, η ραγδαία μετάλλαξη της ευρωπαϊκής πολιτικής σφαίρας. Και αυτή ουσιαστικά είναι η αφετηριακή αιτία για την υπαρξιακή κρίση της Ευρωπαϊκής Ένωσης και του ευρωπαϊκού χώρου γενικότερα. Ποιες είναι όμως οι βαθύτερες δομικές τάσεις που χαρακτηρίζουν τη μετάλλαξη αυτή; Μπορούν, κατά την άποψή μου, να συνοψισθούν σε πέντε κύριες ενότητες.
(1) Κατακερματισμός (fragmenta-tion) του πολιτικού τοπίου ο οποίος έχει προσλάβει ευρύτερες, πανευρωπαϊκές διαστάσεις. Ο κατακερματισμός των πολιτικών δυνάμεων αποτυπώνεται σε ορισμένα βασικά δεδομένα και πρώτα απ’ όλα με την αύξηση των πολιτικών κομμάτων εντός ή εκτός κοινοβουλίου. Έτσι, στη δεκαετία του 1990 ο αριθμός των κομμάτων που λάμβαναν τουλάχιστον 1% των ψήφων έφθανε μόλις τα έξι. Σήμερα έχει αυξηθεί κατά μέσο όρο στα εννέα. Δεύτερον, το μέγεθος της πλειοψηφίας του πρώτου κόμματος ήταν κατά μέσο όρο 39%. Σήμερα έχει πέσει στο 31%, με αποτέλεσμα να έχει κλονισθεί το δικομματικό σύστημα (ή ορθότερα το σύστημα των δυόμισι κομμάτων) όπου αυτό κυριαρχούσε. Η συνέπεια είναι ότι έχει διευρυνθεί ο αριθμός των χωρών που αναγκάζονται να έχουν κυβερνήσεις συνασπισμού πέρα από τις παραδοσιακά σκανδιναβικές. Ακόμη και χώρες όπως η Βρετανία ή η Ισπανία οδηγήθηκαν σε κυβερνήσεις συνασπισμού (η Βρετανία την περίοδο 2010-2015) με όλες τις θετικές αλλά και αρνητικές συνέπειες στη διαμόρφωση πολιτικής, κ.λπ. Ο κατακερματισμός εκφράζεται επίσης και σε επίπεδο Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου, το οποίο ως άμεσα εκλεγμένο, ξεκίνησε με τέσσερις πολιτικές ομάδες και σήμερα αριθμεί ούτε λίγο ούτε πολύ εννέα.
(2) Κατάρρευση του μεταψυχροπολεμικού πολιτικού consensus. Ως γνωστόν, μετά το τέλος του Ψυχρού Πολέμου το «πολιτικό υπόδειγμα» που επικράτησε ήταν αυτό του τέλους των ιδεολογιών ή ακόμη και του «τέλους της ιστορίας» (Φουκουγιάμα) που σε πολιτικό επίπεδο εκφράστηκε με το ακρωνύμιο ΤΙΝΑ (There is no Alternative). Δεν Υπάρχει Εναλλακτική Πολιτική δηλαδή πέρα από τη λίγο-πολύ φιλελεύθερη (ή νεοφιλελεύθερη) οικονομική πολιτική που είχε ως αφετηρία τις απόψεις της Μ. Θάτσερ στη Βρετανία και του Ρ. Ρίγκαν στις ΗΠΑ. Αυτό οδήγησε σε υψηλό βαθμό συναίνεσης μεταξύ των πολιτικών δυνάμεων (κυρίως Συντηρητικών και Σοσιαλδημοκρατών). Έτσι, θεωρήθηκε ότι είχαμε μεν εκλογές αλλά χωρίς επιλογές (elections without choices). Η συναίνεση αυτή αποτυπώθηκε επίσης και στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, στο οποίο ουσιαστικά δεν υπήρχε μέχρι πρόσφατα καμιά ορατή διαφορά στις πολιτικές θέσεις Συντηρητικών / Χριστιανοδημοκρατών και Σοσιαλιστών. Αυτό το consensus έχει ήδη καταρρεύσει. Πρώτα απ’ όλα στο Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, όπως μαρτυρεί μεταξύ άλλων και η εκλογή του Α. Ταγιάνι στην προεδρία του σώματος χωρίς τις ψήφους των Σοσιαλιστών. Αλλά και στο εσωτερικό των πολιτικών κομμάτων έχει επίσης διαρραγεί η κρατούσα πολιτική συναίνεση με τάσεις μετατόπισης προς τα κομματικά άκρα (εκλογή Φιγιόν και Αμόν στις προκριματικές εκλογές για τους υποψηφίους στις προεδρικές εκλογές).
(3) Πολιτική άνοδος των περιφερειών (regionalism). Προσλαμβάνει επίσης ευρύτερες διαστάσεις στον ευρωπαϊκό χώρο με την έννοια ότι ευρύτερες περιφερειακές οντότητες (Σκωτία, Καταλωνία, Β. Ιταλία) επιδιώκουν είτε πλήρη ανεξαρτησία ή μεγαλύτερη αυτονομία και πολιτικό ρόλο. Η περίπτωση της Βαλονίας στο Βέλγιο, η οποία επιχείρησε να μπλοκάρει την εμπορική συμφωνία με τον Καναδά (CETA), είναι χαρακτηριστική. Η τάση του regionalism αποτυπώνεται επίσης και στο κομματικό επίπεδο (το Εργατικό Κόμμα της Βρετανίας υπέστη πανωλεθρία στη Σκωτία, όπου κυριαρχούσε λόγω της ανόδου του εθνικιστικού SNP).
(4) Άνοδος του εθνολαϊκισμού. Συνιστά ίσως την πλέον εκτεταμένη και δυνητικά επικίνδυνη, τοξική πολιτική τάση για το μέλλον της Ευρώπης. Κάπως σχηματικά στον Βορρά της Ευρώπης επικρατεί κατά κανόνα ο δεξιός λαϊκισμός, ενώ στον Νότο ο αριστερός λαϊκισμός. Ο εθνολαϊκισμός δεν συνιστά μονολιθική πολιτική έκφραση. Υπάρχουν αρκετές αποκλίσεις από περίπτωση σε περίπτωση. Αλλά υπάρχουν δύο κεντρικά κοινά στοιχεία στον δεξιό εθνολαϊκισμό: πρώτον, η αντίθεση στην ευρωπαϊκή ενοποίηση και η επιστροφή στο εθνικό κράτος και δεύτερον, η τοξική αντίθεση στη μετανάστευση και στο Ισλάμ. Δυνητικά η πλέον επικίνδυνη περίπτωση είναι αυτή του Εθνικού Μετώπου της Μαρίν Λεπέν στη Γαλλία. Εάν (ο μη γένοιτο) κερδίσει τις προεδρικές εκλογές τον ερχόμενο Μάιο, τότε έχει δεσμευθεί για διεξαγωγή δημοψηφίσματος πάνω στην παραμονή ή μη της Γαλλίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση με όλα τα σενάρια ανοιχτά. Εάν προκύψει ένα Frexit, το τέλος της Ένωσης θα καταστεί μάλλον αναπόφευκτο.
(5) Συρρίκνωση της Κεντροαριστεράς / Σοσιαλδημοκρατίας. Ως αποτέλεσμα των παραπάνω παραγόντων αλλά και της οικονομικής κρίσης, υπήρξε η συρρίκνωση της εκλογικής δύναμης της ευρωπαϊκής Σοσιαλδημοκρατίας. Στις αρχές του 2000 η Σοσιαλδημοκρατία κυριαρχούσε. Από τις δεκαπέντε κυβερνήσεις των χωρών της Ευρωπαϊκής Ένωσής οι δεκατέσσερις ήσαν σοσιαλδημοκρατικές. Σήμερα από τις είκοσι οκτώ χώρες οι είκοσι έχουν συντηρητικές κυβερνήσεις και μόνο οι οκτώ κεντροαριστερές, ορισμένες ιδιόμορφου χαρακτήρα.
Μπορούν να αντιστραφούν ορισμένες από τις τάσεις αυτές και κυρίως η τάση ανόδου του εθνολαϊκισμού και συρρίκνωσης της Κεντροαριστεράς; Η απάντηση είναι καταφατική. Υπάρχουν κάποιες ενδείξεις ότι ο εθνολαϊκισμός έφθασε τα όριά του, και ίσως υποχωρεί, αν και απομένει να μετρηθεί στις επικείμενες εκλογές. Επιπλέον, η δημοφιλία της Ε.Ε ενισχύεται, η Κεντροαριστερά δημιουργεί κάποιες προοπτικές και η οικονομία της ευρωζώνης πηγαίνει πολύ καλύτερα από το αναμενόμενο. Έτσι, η Ευρώπη βρίσκεται αυτή τη στιγμή αντιμέτωπη με το δυνητικά καλύτερο πολιτικό σενάριο: συρρίκνωση Ακροδεξιάς (Βίλντερς) στην Ολλανδία, εκλογή Μακρόν στη Γαλλία και ενδεχομένως Σουλτς/SPD στη Γερμανία, αλλά και το χειρότερο (εκλογή Λεπέν στη Γαλλία). Τίποτα δεν μπορεί να αποκλεισθεί κατηγορηματικά. Ας ελπίσουμε για το καλύτερο. Την ήττα του εθνολαϊκισμού κάθε μορφής…
Ο κ. Παναγιώτης Κ. Ιωακειμίδης είναι ομότιμος καθηγητής του Πανεπιστημίου Αθηνών και μέλος της Συντονιστικής Γραμματείας των “Κινήσεων Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία”