Η Ελλάδα συνεχίζει να βιώνει μια συνεχώς επιδεινούμενη κρίση, με τα γνωστά καταστροφικά αποτελέσματα στην οικονομία, στο βιοτικό επίπεδο, στην κοινωνική συνοχή, στη διεθνή παρουσία και ισχύ της χώρας.
Το μέγεθος των προβλημάτων αποτυπώνεται στη μεγάλη μείωση του ΑΕΠ, τα πρωτοφανή επίπεδα ανεργίας, τα αδιέξοδα στα συστήματα κοινωνικής προστασίας, την υπερχρέωση όχι μόνο του κράτους, αλλά και των νοικοκυριών και των επιχειρήσεων, με το ιδιωτικό χρέος να προσεγγίζει το ύψος του δημόσιου, κατά το ήμισυ δε να αποτελείται από μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Η όξυνση του φαινομένου της φυγής στο εξωτερικό επιχειρήσεων, κεφαλαίων, αλλά και πολύτιμων ανθρώπινων πόρων, ιδιαίτερα της νέας γενιάς συνεχίζεται αμείωτη, ενώ η Ελλάδα έχει καταποντιστεί στις διεθνείς κατατάξεις των παγκόσμιων οργανισμών για την επιχειρηματικότητα/ανταγωνιστικότητα. Χαρακτηριστική είναι μια ακόμη πρόσφατη έκθεση της ΕΕ για το Δείκτη Περιφερειακής Ανταγωνιστικότητας, όπου το 2016, οι 12 από τις 13 ελληνικές περιφέρειες κατέλαβαν θέσεις από τη 242η μέχρι 261η, επί 263 ευρωπαϊκών περιφερειών.
Και κυρίως, δεν θέτει στο επίκεντρο της πολιτικής της, την οικονομία και την ανεργία, που οι ίδιοι οι πολίτες αναδεικνύουν, μέσα από τις δημοσκοπήσεις, ως τα πιο σημαντικά προβλήματα της ζωής τους.
Παράλληλα, δεν αξιοποιεί δυνατότητες, ακόμη και εκεί που υπάρχουν διασφαλισμένοι ευρωπαϊκοί πόροι και εγκεκριμένα αναπτυξιακά σχέδια, όπως είναι το ΕΣΠΑ 2014-2020. Το Επιχειρησιακό Πρόγραμμα «Ανταγωνιστικότητα, Επιχειρηματικότητα, Καινοτομία» του ΕΣΠΑ, ύψους 4,7 δισ. Ευρώ είναι πρακτικά ανενεργό, παρά τις πολλές ανακοινώσεις, προδημοσιεύσεις, ενεργοποιήσεις και άλλες συναφείς εξαγγελίες, αλλά με ανύπαρκτα πραγματικά αποτελέσματα, οι δε ελάχιστες πληρωμές που καταγράφονται, αφορούν κυρίως μεταβιβάσεις σε νέα ταμεία-ενδιάμεσους φορείς, και όχι σε πληρωμές στους τελικούς αποδέκτες της πραγματικής οικονομίας.
Επίσης, πολύ πενιχρές επιδόσεις εμφανίζει η Ελλάδα στην αξιοποίηση του πακέτου Γιούνκερ (εγγυήσεις και δανειοδοτήσεις ιδιωτικών επενδύσεων και συμπράξεων δημόσιου-ιδιωτικού τομέα) που είναι ανταγωνιστικό, αφού δεν προβλέπει διασφαλισμένους πόρους ανά χώρα και επομένως χρειάζεται καλή και έγκαιρη προετοιμασία.
Η Ελλάδα σήμερα χρειάζεται είναι ένα εθνικό σχέδιο εθνικής συνεννόησης, μια ένα κοινωνική συμφωνία. Και προπάντων, μια νέα κουλτούρα και ένα νέο μοντέλο βιώσιμης ανάπτυξης και οικονομικής αποτελεσματικότητας, με αξιοποίηση της νέας γνώσης και των νέων τεχνολογιών.
Ένα νέο επενδυτικό σοκ, με τη δημιουργία ευνοϊκού επενδυτικού περιβάλλοντος που θα φέρει νέες επενδύσεις και νέες βιώσιμες θέσεις απασχόλησης, με ενίσχυση των παραγωγικών τομέων για την παραγωγή ανταγωνιστικών και διεθνώς εμπορεύσιμων αγαθών και αύξηση των εξαγωγών που θα φέρουν εισόδημα στους πολίτες και έσοδα στα δημόσια και στα ασφαλιστικά ταμεία.
Η έξοδος της χώρας από τη δεινή σημερινή της θέση είναι το μεγάλο ζητούμενο των πολιτών από την πολιτική και τους πολιτικούς. Είναι, ταυτόχρονα, και το μεγάλο στοίχημα της πολιτικής για την αποκατάσταση της καταβαραθρωμένης αξιοπιστίας της, με δημόσιες πολιτικές που θα φέρουν απτά αποτελέσματα για την αναστροφή της καθοδικής πορείας.
Ο Νίκος Διακουλάκης, είναι μέλος της Συντονιστικής Γραμματείας των”Κινήσεων Πολιτών για τη Σοσιαλδημοκρατία”