Το Πολιτικό Περιβάλλον σε Ευρώπη – Ελλάδα
Α. Το Ευρωπαϊκό Πολιτικό Περιβάλλον
1.Καθώς η Ευρώπη έχει μπει στον κρίσιμο εκλογικό της κύκλο, το πολιτικό περιβάλλον φαίνεται να επανακαθορίζεται προς κατευθύνσεις ευνοϊκότερες για τις φιλελεύθερες, προοδευτικές, φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις, αν και χωρίς κατ’ ανάγκη αυτό να σημαίνει και την ανάκαμψη της Ευρωπαϊκής σοσιαλδημοκρατίας. Ο πολύχρωμος εθνολαϊκισμός και ευρωσκεπτικισμός φαίνεται ότι έχουν αγγίξει τα όριά τους, όπως δείχνουν και τα εκλογικά αποτελέσματα στην Ολλανδία, αν και η οριστική τους ήττα ως κομματικό φαινόμενο και κυρίως ως σύστημα ιδεών παραμένει κεντρικό ζητούμενο για την Ευρώπη συνολικά. Οι σοσιαλδημοκρατικές ωστόσο δυνάμεις συνεχίζουν να βρίσκονται σε διλημματική θέση ενώ επιχειρούν να ανακτήσουν την εκλογική τους δυναμική και κοινωνική τους αντίστηξη. Οι εκλογικές αναμετρήσεις σε Γαλλία και Γερμανία μπορεί να αποτελέσουν σημαντικό ορόσημο στη διαδικασία αυτή. Αυτό που είναι όμως σημαντικό να τονισθεί είναι ότι στην Ευρώπη, ιδιαίτερα μετά την εκλογή Ντ. Τραμπ στις ΗΠΑ, το Brexit και την υπονομευτική πολιτική Πούτιν προς την Ευρωπαϊκή ενοποίηση, καταγράφεται μια νέα πολιτική αφύπνιση για την προστασία της δημοκρατίας, της Ευρωπαϊκής ενοποίησης, της ανοιχτής κοινωνίας. Η υψηλή συμμετοχή (82%) στις Ολλανδικές εκλογές αντανακλά ακριβώς αυτή την τάση.
2.Από την πλευρά της , η Ευρώπη (Ευρωπαϊκή Ένωση – ΕΕ) που πρόσφατα γιόρτασε τα 60 χρόνια από τη δημιουργία της, το 1957 ως Ευρωπαϊκή Οικονομική Κοινότητα (ΕΟΚ), βρίσκεται σε βαθειά δομική κρίση αλλά και ταυτόχρονα σε διαδικασία εκτεταμένων αλλαγών, μετασχηματισμών. Η κρίση έχει δομικές αλλά και συγκυριακές αφετηρίες και λάθη, λάθη που απομάκρυναν την Ένωση από την ευρωπαϊκή κοινωνία και τους πολίτες της και δημιούργησαν έτσι την κρίση νομιμοποίησης. Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ένωση δεν έχει καταγράψει σημαντικά επιτεύγματα στην 60ετή ιστορία της. Έχει και θα πρέπει να αναγνωρισθούν. Η Ευρωπαϊκή ενοποίηση αποτέλεσε επιλογή ειρήνης, σταθερότητας, δημοκρατίας, κράτους δικαίου, ευημερίας, ανοιχτής κοινωνίας και τελικά επιλογή πολιτισμού για την Ήπειρο. Ακόμη, στα 60 χρόνια της ύπαρξής της η Ένωση μετεξελίχθηκε από την αρχική ΕΟΚ των έξι κρατών μελών στο σημερινό σύστημα των 28 κρατών ενώ μια σειρά άλλων κρατών επιδιώκει την ένταξη, έστω κι αν ένα (Ην. Βασίλειο) αποφάσισε να αποχώρησε (Brexit).
3.Παρά ταύτα, η Ένωση βρίσκεται σήμερα στη δεινότερη κρίση στην ιστορία της. Η σημερινή κρίση δεν είναι σαν τις άλλες. Είναι, όπως έχει χαρακτηρισθεί, μια «πολυκρίση» (polycrisis) που απειλεί την ίδια την ύπαρξη της ΕΕ εάν δεν επιλυθεί με γρήγορο και αποτελεσματικό τρόπο. Απειλείται η ύπαρξή της σε μια χρονική περίοδο που η Ένωση χρειάζεται περισσότερο από ποτέ για να αντιμετωπισθούν οι σύγχρονες προκλήσεις, προβλήματα και απειλές, είτε πρόκειται για την οικονομική κρίση και ανάπτυξη, την κλιματική αλλαγή, την τρομοκρατία, την παγκόσμια σταθερότητα και ειρήνη. Χρειάζεται πάνω απ’ όλα η Ένωση για να διασφαλίσει τη δημοκρατία, ανοιχτή κοινωνία, κράτος δικαίου στην Ευρώπη, αγαθά που εμφανώς απειλούνται από την άνοδο των αντιδημοκρατικών, εθνολαϊκιστικών, ευρωαπορριπτικών δυνάμεων που θέλουν να επιστρέψουν τη γηραιά Ήπειρο στους δαίμονες του παρελθόντος, στην αχαλίνωτη κυριαρχία των εθνικών κρατών.
4.Στη ρίζα της σημερινής κρίσης βρίσκεται η αδυναμία της Ένωσης να προσαρμοσθεί στη λογική της παγκοσμιοποίησης αλλά και στην παράλληλη αδυναμία της «να ελέγξει» δημοκρατικά την παγκοσμιοποίηση και να αντιμετωπίσει τις οποιεσδήποτε αρνητικές της συνέπειες (δημιουργία νέων ανισοτήτων, επιδείνωση κλιματικής αλλαγής, αχαλίνωτη επέκταση του χρηματοπιστωτικού συστήματος, κ.λπ.). Αλλά και οι εσωτερικές δομικές αιτίες της κρίσης, όπως οι αρνητικές δημογραφικές εξελίξεις που υπονομεύουν τη λειτουργία του Ευρωπαϊκού κοινωνικού κράτους, οι ραγδαίες τεχνολογικές ανακατατάξεις, η μετατόπιση των οικονομικών δραστηριοτήτων εκτός Ευρώπης (σε Ν.Α. Ασία, κ.λπ.), δεν είναι καθόλου ασήμαντες. Από την άλλη μεριά, η οικονομική κρίση που έπληξε κυρίως την ευρωζώνη με αφετηρία την ελληνική κρίση χρέους οδήγησε την Ένωση κάτω από την πίεση ορισμένων κρατών μελών σε υπέρμετρα αυστηρές πολιτικές δημοσιονομικής πειθαρχίας και λιτότητας (πέρα από το οποιοδήποτε αναγκαίο μείγμα πολιτικής) με αποτέλεσμα να συρρικνωθούν οι ρυθμοί ανάπτυξης και να αυξηθούν τα επίπεδα ανεργίας και κοινωνικής ανέχειας. Έτσι δημιουργήθηκε χώρος για την άνοδο του λαϊκισμού και ευρωσκεπτικισμού, φαινόμενα που επιδεινώθηκαν από την αδυναμία της Ευρώπης να διαχειρισθεί αποτελεσματικά, σύμφωνα με τις ανθρωπιστικές της αξίες, τις προσφυγικές/ μεταναστευτικέ ροές.
5.Πώς λοιπόν διαγράφεται το μέλλον της Ένωσης καθώς έχει μπει στο 61ο έτος ζωής της; Εάν υποθέσουμε ότι δεν συμβεί κανένα μείζονος σημασίας ατύχημα με τον εκλογικό κύκλο που έχει ανοίξει, τότε η Ένωση και οι χώρες μέλη δεν έχουν άλλη επιλογή παρά να προχωρήσουν σε βαθύτερη ενοποίηση για μια περισσότερο ολοκληρωμένη και καλύτερη Ένωση. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή στη Λευκή της Βίβλο για το μέλλον της Ευρώπης παρουσίασε ορισμένα εναλλακτικά σενάρια για το μέλλον της ΕΕ. Ορισμένα είναι ανεδαφικά (π.χ. περιορισμός της ενοποίησης μόνο στην ενιαία εσωτερική αγορά), άλλα περισσότερο ρεαλιστικά («Ένωση πολλαπλών ταχυτήτων») και άλλα οπωσδήποτε φιλόδοξα αλλά αναγκαία (περισσότερη Ευρώπη). Και κατά ένα πρόσθετο, ειρωνικό τρόπο το κίνητρο προς την κατεύθυνση της βαθύτερης ενοποίησης δίνουν οι Ην. Πολιτείες και ο πρόεδρος Ντ. Τραμπ με την αμφισβήτηση της ενωμένης Ευρώπης και την ανερμάτιστη εξωτερική πολιτική για την παγκόσμια τάξη που ακολουθεί. Ο Ντ. Τραμπ φαίνεται να καταφέρνει μαζί με τον Β. Πούτιν το αδιανόητο: τη βαθύτερη ενοποίηση. Έτσι, μετά το κλείσιμο του εκλογικού κύκλου με τις Γερμανικές εκλογές το ερχόμενο φθινόπωρο, θα εντατικοποιηθούν οι διαδικασίες για προώθηση της ενοποίησης σε τομείς όπως της αμυντικής ολοκλήρωσης, εξωτερικής πολιτικής, συμπλήρωσης της ΟΝΕ, ενιαίας εσωτερικής αγοράς, μεταναστευτικού ζητηματος, κ.λπ. Αλλά η ενοποίηση θα προχωρήσει πιθανότατα απ’ εδώ και πέρα σε σχήματα «διαφοροποιημένης ολοκλήρωσης» (πολλαπλές ταχύτητες) με τη συμμετοχή των χωρών που «θέλουν και μπορούν». (Ελπίζεται ότι τα σχήματα αυτά θα αναπτυχθούν εντός της Συνθήκης και όχι εκτός). Αλλά ούτως ή άλλως η προοπτική αυτή δημιουργεί ευκαιρίες, προκλήσεις και κινδύνους για την Ευρώπη συνολικά αλλά και την τραυματισμένη Ελλάδα ειδικότερα.
6.Για τις προοδευτικές σοσιαλδημοκρατικές δυνάμεις, για τις Κινήσεις Πολιτών, στόχος είναι η βαθύτερη ενοποίηση για μια καλύτερη, ισχυρή Ευρώπη δημοκρατικά νομιμοποιημένη που θα εξελίσσεται σε Πολιτική Ένωση με ισχυρή κοινωνική πολιτική, ολοκλήρωση της ΟΝΕ, αμυντική ενοποίηση και πολιτικές για τη διαχείριση του μεταναστευτικού ζητήματος, καταπολέμηση της ανεργίας, εκδημοκρατισμό της παγκοσμιοποίησης, κ.λπ. Στην επιδίωξη αυτού του κεντρικού στόχου η ενότητα και διαφοροποίηση είναι αναγκαίες στη βάση των σχετικών ρυθμίσεων των Συνθηκών (ενισχυμένη συνεργασία, κ.λπ.). Η θέση της Ελλάδας στη νέα Ευρώπη δεν μπορεί παρά να είναι η παραμονή της στον πυρήνα του συστήματος, θέση που κατέκτησε με την είσοδό της στην ΟΝΕ. Αυτό μπορεί όμως να διασφαλισθεί μόνο με την επιστροφή της χώρας στην κανονικότητα και έξοδο από την κρίση, στόχοι που μπορούν να επιτευχθούν με ένα άλλο συσχετισμό πολιτικών δυνάμεων με επίκεντρο τη Δημοκρατική Συμπαράταξη (ΔΗΣΥ). Σε κάθε περίπτωση μια ισχυρή Ελλάδα μπορεί να υπάρξει μόνο σε μια ισχυρή Ευρώπη.
Β. Το Ελληνικό Πολιτικό Περιβάλλον
Απέναντι σ’ αυτό το ραγδαία μεταβαλλόμενο Ευρωπαϊκό περιβάλλον η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ οδηγεί τη χώρα σ’ ένα ολοένα και βαθύτερο αδιέξοδο με τις πράξεις της, τις παραλήψεις της, το λόγο της, τη συμπεριφορά της, τις ανοιχτές και κρυφές μεθοδεύσεις της, την αισθητική της και τελικά την απροθυμία και ανικανότητά της να εργασθεί με σχέδιο για την έξοδο από την κρίση και την επιστροφή της χώρας σε μια στοιχειώδη κανονικότητα. Έτσι:
(1) Η δεύτερη αξιολόγηση μέχρι τη στιγμή που γράφονται οι γραμμές αυτές δεν έχει κλείσει με επώδυνο κόστος για την οικονομία της χώρας, το τραπεζικό σύστημα, τις καταθέσεις, το κοινωνικό σύνολο. Υπενθυμίζεται ότι η αξιολόγηση αυτή θα έπρεπε να είχε κλείσει από τον Φεβρουάριο 2016! Η παράταση της διαπραγμάτευσης έχει ουσιαστικά επιβαρύνει το ίδιο το διαπραγματευτικό πακέτο με προσθήκη μέτρων και αιτημάτων που δεν θα είχαν τεθεί εάν η διαπραγμάτευση είχε ολοκληρωθεί εγκαίρως. Ακόμη η παράταση έχει καταστήσει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) τον κυρίαρχο θεσμό της διαπραγματευτικής διαδικασίας. Παράλληλα η κυβέρνηση επιχειρεί για μια ακόμη φορά να παραπλανήσει τους πολίτες, ισχυριζόμενη ανακριβώς ότι δήθεν έρχεται το τέλος της λιτότητας και η χώρα βγαίνει από την κρίση. Η αλήθεια είναι ότι η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ βυθίζει τη χώρα βαθύτερα στην κρίση.
(2) Ως αποτέλεσμα, η οικονομία έχει επιστρέψει στην ύφεση το τελευταίο τρίμηνο του 2016 ενω ο προβλεπόμενος ρυθμός ανάπτυξης για το τρέχον έτος (2017) συρρικνούται (από το 2,7% έπεσε ήδη επισήμως στο 2,5%) και αναμένεται και παραπέρα συρρίκνωση.
(3) Η ανεργία αυξάνεται και πάλι όπως αυξάνεται και ο αριθμός των ατόμων στα όρια της φτώχειας και κοινωνικής ανέχειας.
Εξάλλου η κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ εμφανίζεται να έχει προσχωρήσει πλήρως στις εθνολαϊκιστικές προσεγγίσεις όπως εκπορεύονται από τον κυβερνητικό της εταίρο, είτε πρόκειται για τα θέματα της εκπαίδευσης, σχέσεων κράτους – εκκλησίας ή της εξωτερικής πολιτικής, ενώ παράλληλα ενοχοποιεί την Ευρώπη και τις χώρες μέλη σε κάθε δυνατή ευκαιρία υποθάλποντας ένα διαβρωτικό αντιευρωπαϊσμό ιδιαίτερα ζημιογόνο για τη χώρα Παράλληλα η κυβέρνηση προωθεί λογικές και πρακτικές αλλοίωσης των δημοκρατικών βάσεων του πολιτικού συστήματος της χώρας (προσπάθεια ελέγχου των μέσων επικοινωνίας και συρρίκνωσης της πολυφωνίας, ελέγχου της δικαιοσύνης και των ανεξάρτητων αρχών, οικειοποίησης του κράτους και της διοίκησης μέσω της στελέχωσής της στη βάση των πελατειακών σχέσεων χωρίς διαφάνεια, κ.λπ.).
Κάτω από τις συνθήκες αυτές, οι Κινήσεις Πολιτών εκτιμούν ότι περιθώρια, στη σημερινή συγκυρία, για οποιαδήποτε συνεργασία (σύμπραξη ή ανοχή προς την κυβέρνηση ή σχηματισμό κυβερνητικού σχήματος συνεργασίας μεταξύ Δημοκρατικής Συμπαράταξης και ΣΥΡΙΖΑ) δεν υπάρχουν. Η οποιαδήποτε συνεργασία είναι αδύνατη, απαράδεκτη, ανεπιθύμητη για λόγους αισθητικούς, ηθικούς, πολιτικούς.
Ταυτόχρονα, η ΝΔ και η πολιτική πρόταση που παρουσιάζει σήμερα, απέχει πολύ από τις πολιτικές ενός σύγχρονου κόμματος με ευρωπαϊκή μεταρρυθμιστική ατζέντα. Ασκεί μια επιφανειακή κριτική με συνεχή εκλογολογία, ξεπερασμένη μονοκομματική λογική, μονοδιάστατη οικονομική προσέγγιση με μονομερές κοινωνικό κόστος και χωρίς αντιστοίχηση των θέσεών της με τις μακροπρόθεσμες εθνικές και κοινωνικές ανάγκες. Πόσο μάλλον που δεν έχει απαλλαγεί, ως κόμμα, από τις παθογένειες του συντηρητισμού, του λαϊκισμού και του κρατισμού.
Μπροστά στα αδιέξοδα της ετερόκλιτης συμμαχικής κυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ, καταγράφεται ήδη μια σημαντική αλλαγή του συσχετισμού δυνάμεων. Η νέα κυβέρνηση που έχει ανάγκη η χώρα θα πρέπει να είναι μια κυβέρνηση φιλοευρωπαϊκού προσανατολισμού και προοδευτικών μεταρρυθμίσεων με τη συμμετοχή των ευρύτερων δυνατών δυνάμεων του ευρωπαϊκού – δημοκρατικού τόξου. Σε κάθε περίπτωση, η χώρα δεν πρέπει να μπει στην περιπέτεια της ακυβερνησίας την επομένη των εκλογών.
Η νέα κυβέρνηση θα πρέπει να έχει ευρεία τόσο κοινοβουλευτική όσο και κοινωνική πλειοψηφία και να υπηρετήσει ένα εθνικό σχέδιο οικονομικής και κοινωνικής ανασυγκρότησης. Η δυνατότητα συγκρότησης μιας τέτοιας κυβέρνησης θα εξαρτηθεί από τους πολιτικούς συσχετισμούς που θα προκύψουν μετά τις επόμενες εκλογές και την προγραμματική συμφωνία των δημοκρατικών φιλοευρωπαϊκών δυνάμεων. Γι’ αυτό και κάθε συζήτηση για μελλοντικά κυβερνητικά σχήματα στην παρούσα φάση είναι άσκοπη, πρόωρη και διχαστική. Εξάλλου σε όλη την Ευρώπη τα δημοκρατικά κόμματα αποφασίζουν με ποιούς θα συνεργαστούν μετά και όχι πριν τις εκλογές.
Στη Συνδιάσκεψη θα συζητηθούν και θα αποφασιστούν τα παρακάτω ερωτήματα:
– Συμφωνούμε ότι η πολιτικο-ιδεολογική μας ταυτότητα ορίζεται από τις αρχές και στόχους της σύγχρονης Σοσιαλδημοκρατίας, τον προοδευτικό μεταρρυθμισμό και την ενεργό υποστήριξή μας προς το στόχο της βαθύτερης ενοποίησης που οδηγεί σε πολιτική ένωση – ομοσπονδία των εθνικών κρατών, με την Ελλάδα στον πυρήνα της Ένωσης ως ισχυρό, κανονικό κράτος μέλος.
– Με βάση την ταυτότητά μας αλλά και την πολιτική εμπειρία, η οποιαδήποτε συνεργασία με τον ΣΥΡΙΖΑ δεν είναι ούτε επιθυμητή ούτε δυνατή για λόγους πολιτικούς, πολιτιστικούς, ηθικούς. Ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει ούτε μπορεί να έχει σχέση με τη Σοσιαλδημοκρατία. Ακολουθεί ανερμάτιστες εθνολαϊκιστικές πολιτικές που οδηγούν τη χώρα σε βαθύτερη κρίση, αλλοιώνουν το δημοκρατικό χαρακτήρα του πολιτεύματος, ενώ κλονίζουν τη θέση της χώρας σο Ευρωπαϊκό και ευρύτερο παγκόσμιο σύστημα.
-Σε ότι αφορά τη μελλοντική διακυβέρνηση της χώρας, συμφωνούμε ότι κύριος στόχος της ΔΗΣΥ θα πρέπει να είναι η αλλαγή των πολιτικών συσχετισμών και ο σχηματισμός κυβέρνησης εθνικής ενότητας για την προώθηση της εθνικής στρατηγικής εξόδου από την κρίση. Το συγκεκριμένο όμως κυβερνητικό σχήμα θα προσδιορισθεί από το εκλογικό αποτέλεσμα και με βάση τη θέση ότι σε κάθε περίπτωση η χώρα δεν θα περιέλθει σε κατάσταση ακυβερνησίας. Επομένως οποιαδήποτε συζήτηση τώρα για μελλοντικά κυβερνητικά σχήματα ή συνεργασίες είναι ανεπίκαιρη, πρωθύστερη και ζημιογόνος.
– Στο πεδίο των μεταρρυθμίσεων συμφωνούμε στην προώθηση δέσμης προοδευτικών ριζοσπαστικών μεταρρυθμίσεων όπως (ενδεικτικά):
-
Στον τομέα της διοίκησης με κατάργηση της μονιμότητας των δημοσίων υπαλλήλων αλλά και κατάργηση του δικαιώματος κάθε κυβέρνησης (υπουργού) να αντικαθιστά διοικήσεις οργανισμών κ.λπ. με πρόσωπα της επιλογής της χωρίς καμιά διαδικασία αξιολόγησης.
-
Αναθεώρηση της συνταγματικής διάταξης για την παροχή δυνατότητας μη κρατικών πανεπιστημίων. Επιβολή διδάκτρων σε πανεπιστήμια σε φοιτητές με υψηλά οικογενειακά εισοδήματα. Χορήγηση υποτροφιών σε όλους τους χαμιλόμισθους.
-
Μείωση στρατιωτικών δαπανών στο μέσο όρο του ΝΑΤΟ – 1,4 % ΑΕΠ.
-
Κλείσιμο του θέματος FYROM με αποδοχή της πραγματικότητας και άρση του veto για έναρξη ενταξιακών διαπραγματεύσεων (εφόσον εκπληρωθούν σχετικά κριτήρια).
-
Χωρισμός εκκλησίας – κράτους. Φορολόγηση εκκλησιαστικής περιουσίας.
-
Βάθεμα Ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης – ΟΝΕ. Υπουργός Οικονομικών σε επίπεδο ΕΕ, προϋπολογισμός για την ευρωζώνη, αμοιβαιοποίηση χρέους.
Συμφωνώ απολύτως για Υπουργό Οικονομικών ΕΕ, ευρωπαικό προυπολογισμό και αμοιβαιοποίηση του χρέους. Διαφωνώ με τον a priori αποκλεισμό του ΣΥΡΙΖΑ (πότε σταματάει ο “σημερινός” ΣΥΡΙΖΑ να υφίσταται?) και όσον αφορά αμυντικό εξοπλισμό (άσχετα με το αν αυτός εμπεριέχει πολλές προμήθειες), την ίδια fragility έχουμε εμείς ως σύνορο της ΕΕ με τους υπόλοιπους μή-συνορεύοντες? Για το τελευταίο, δεν έχω ομολογώ συγκεκριμένο νούμερο να προτείνω…
Α ] Σχετικά με το θέμα της μελλοντικής κυβερνητικής συνεργασίας με το ΣΥΡΙΖΑ , νομίζω ότι πρέπει να αφαιρεθεί η θέση περί μη κυβερνητικής συνεργασίας , γιατί , πρώτον δεν υφίσταται τέτοιο ζήτημα αυτή τη στιγμή και δεύτερον , οι όποιες κυβερνητικές συνεργασίες θα καθοριστούν από το εκλογικό “τοπίο” που θα προκύψει μετά τις εκλογές . Μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να μην είναι καν πρώτο κόμμα και να υπάρχει ανάλογο θέμα σχηματισμού κυβέρνησης με τη ΝΔ : όπως δεν μπορούμε να πούμε από τώρα αν θα συμμετάσχουμε σε κυβερνητικό σχήμα με τη ΝΔ ( εφόσον σαν πρώτο κόμμα δεν έχει αυτοδυναμία ) για τον ίδιο λόγο δεν μπορούμε να προκαθορίσουμε με ποιους δε θα συνεργαστούμε .
Β ] Συμφωνώ με τη θέση ότι πρέπει να αναθεωρηθεί το άρθρο του Συντάγματος ,ώστε να επιτρέπεται η ίδρυση ιδιωτικών πανεπιστημίων , όμως , διαφωνώ με τη θέσπιση διδάκτρων σε δημόσια πανεπιστήμια για φοιτητές ευπόρων οικογενειών , γιατί , τότε , δεν έχει νόημα ο όρος δημόσιο πανεπιστήμιο από τη στιγμή , που ο Έλληνας φορολογούμενος χρηματοδοτεί ( μέσω της φορολογίας ) τις δαπάνες του . Αντίθετα τα δημόσια πανεπιστήμια μπορούν να ζητούν δίδακτρα για τα μεταπτυχιακά τους τμήματα , προγράμματα e-learning , πιστοποιήσεις κλπ .